Ταξιδεύοντας με τις θεότητες… στην απέραντη γαλάζια θάλασσα.
Μιλώντας για τις αρχαίες κοσμογονίες, τα χρώματα, τους συμβολισμούς, τις θεότητες….
“Πιθανολογείται ότι η αρχέτυπη απελευθέρωση και ανάπτυξη του νου, που επιτελέσθηκε στην ιστορία του ανθρώπου, έγινε στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους, του Αγίου Αιγαίου Πελάγους”. Είναι αυτή η καταπληκτική διατύπωση μιας ξεχωριστής πνευματικής μορφής της εποχής μας, του Αμερικανού φιλοσόφου John Anton (1929-2014), που συνδέει με τρόπο ευφάνταστο την πνευματικότητα με την ύλη και το συνεκτικό στοιχείο στην ένωση αυτή είναι η θάλασσα, και μάλιστα η ελληνική θάλασσα με τα αμέτρητα από την αρχαιότητα ονόματά της: «ἅλς, θάλασσα, σάλασσα, σάλος, δάλασσα, δάλαγχα, ἀμφιτρύτη, πόντος, πέλαγος, ὠκεανός, μύρα, ἄβδηρα, κλυδώνιον, βρύξ, ἄβδια, δάξα, δύβρις, ἀμιχθαλόεσσα, γαλήνη, ἅχνη, ὑγρή, λίμνη» και τόσες άλλες λέξεις, δηλωτικές των ιδιοτήτων της.
Στα νερά της κατοικούν οι Νύμφες, οι ελκυστικές αυτές μυθικές οντότητες, μικρές θεότητες, και πρώτη η Θέτις, η μητέρα του Αχιλλέα, με το όνομά της συνώνυμο του υδάτινου αλμυρού κόσμου (θέτις στην αρχαία γλώσσα η θάλασσα). Παρομοίως και η νύμφη Λευκοθέα, που δίνει το μαντήλι της στον Οδυσσέα και ο ήρωας σώζεται, το «κρήδεμνον» (ε 346), το πρώτο σωσσίβιο της ανθρώπινης ιστορίας. Την Λευκοθέα ο Ευφορίων, αρχαίος λυρικός ποιητής, σε δημιουργικό μεταπλασμό της λέξεως «γυνή», θα την ονομάσει Βύνη, και το ίδιο όνομα με τη θαλάσσια θεότητα θα αποκτήσει και το «αλμυρόν ύδωρ». «Δάκρυα της βύνης», σε μία ευφυή ποιητική σύλληψη, το αλάτι.
Ανάμεσα στις Νύμφες ξεχωρίζουν οι Νηρηϊδες, οι θυγατέρες του Νηρέα, νύμφες του υγρού στοιχείου των θαλασσών, που κατοικούν σε αυτό και το προστατεύουν. Ωστόσο και τα ποτάμια, οι πηγές, οι λίμνες, οτιδήποτε εμπεριέχει το πολύτιμο αυτό συστατικό της ζωής, θεοποιείται από την παρουσία τους και κάθε σκέψη μολύνσεως αυτομάτως αποκλείεται. Οι κάθε είδους νύμφες επαγρυπνούν και το νερό παραμένει απαραβίαστο. Ωκεανίδες, Ναϊάδες, Υάδες, Αλσηίδες, Λιμνάδες, Ποτάμιες, όλες αυτές οι θαυματουργές αιθερικές μορφές, διαφυλάσσουν με κάθε μέσο την απρόσκοπτη ροή των υδάτων, ώστε αυτά να κυλούν «ιερά»1, καθαρά δηλαδή και ορμητικά. Στην περίπτωση μάλιστα των Νηρηίδων τα ονόματά είναι ενδεικτικά των «φροντιστικών» εργασιών που επιτελούν: Ακταίη, Νησαίη, Αμάθεια (άμαθος η άμμος), Κητώ (αυτή που προστατεύει τα κήτη). Συχνά δίνουν το όνομά τους σε νησιά (πρβλ. Ρόδος) ή το ίδιο το όνομα του νησιού υποδηλώνει την παρουσία τους. Για παράδειγμα, λέγεται πως η Ύδρα οφείλει το όνομά της στα νερά που ανέβλυζαν πλούσια από τις άφθονες πηγές που υπήρχαν εκεί σε παλαιότερες εποχές. Το ίδιο μαρτυρείται για την Κέα και για τα περισσότερα νησιά των ελληνικών θαλασσών, νησιά στις περισσότερες περιπτώσεις άνυδρα και ξερά. Όχι σπάνια, μπορεί κανείς να ανιχνεύσει κάποια αξιοπρόσεκτη μυθική πληροφορία για μία λατρεία Νυμφών που έσβησε ή διατηρήθηκε -με κρυμμένη τη συμβολική της- στη λαϊκή αφηγηματική παράδοση2.
Συχνά η εξαφάνιση του υγρού στοιχείου έχει να κάνει με επίβουλη πολεμική πράξη. «Ναματιαίων υδάτων εἴρξω», «θα εμποδίσω την είσοδο εχθρού στα νερά της πόλης»3, μαρτυρεί ο όρκος των Ελλήνων πριν από την περίφημη μάχη των Πλαταιών. Πρώτη φορά μολύνονται νερά, όταν ο Ηρακλής εκτρέπει τους στάβλους του Αυγεία, και δεύτερη, όταν ο Αχιλλέας με εκδικητική μανία γεμίζει κουφάρια και αίματα τον ποταμό Σκάμανδρο στην Τροία. Ο ποτάμιος θεός τότε θυμώνει και ορμά να τον πνίξει4. Σωστά ο Ησίοδος προειδοποιεί πως «ὅς (όποιος) ποταμόν διαβῆ ἄνιπτος, θεοί νεμέσωσι (οι θεοί θα τον τιμωρήσουν) και ἄλγεα δῶκαν ὀπίσσω (και λύπες θα του δώσουν)»5.
Τα ποτάμια για τους αρχαίους Έλληνες είναι ιερά. Το ίδιο κι οι πηγές, τα άλση, ακόμη κι οι ρίζες των δένδρων που απλώνονται αναζητώντας νερό στην γη (στην ουσία τα ίδια τα δένδρα). Όλα φυλάσσονται, όλα περιφρουρούνται. Εκτός από τις νύμφες, μικροί και μεγάλοι θεοί βρίσκονται σε γόνιμη επιφυλακή. Πάνω απ΄ όλους όπως το όνομά του μαρτυρεί, ο Παν, ο θεός του «παντός», ο θεός του σύμπαντος κόσμου στην πίστη των Ορφικών. Ιερό δένδρο του Πανός το υδροχαρές πλατάνι. Στη σκιά του ο αεικίνητος θεός ξεκουράζεται, τραγουδά και συνθέτει μελωδίες με τον ποιμενικό αυλό του. Κάτω από τα πλατάνια του Ιλισσού ο Σωκράτης, ευλαβικά, θα του απευθύνει προσευχή: “Φίλε θεέ Παν και όσοι άλλοι θεοί βρίσκεστε εδώ, μακάρι να με κάνετε να γίνω καλός εσωτερικά. Κι εξωτερικά όσα έχω να είναι φιλικά με τα εντός μου”6. Στην κοίτη του ποταμού, όπως ο Πλατωνικός Φαίδρος πληροφορεί, ο μεγάλος σοφός θα περπατήσει ξυπόλητος, στη σκιά των πυκνών φυλλωμάτων, των δένδρων που «ἐαρόχροα», πράσινα δηλαδή, αντικατοπτρίζονται στα λίγα, αλλά “χαρίεντα και διαφανῆ» νερά του.
Το πράσινο χρώμα του νερού ήταν αφιερωμένο στην Αφροδίτη, στην πάγκαλη θεά που αναδύθηκε από τους αφρούς των κυμάτων. Αρχικά τη συνέδεσαν με την Αμφιτρίτη, νύμφη και σύζυγο του Ποσειδώνα, στη συνέχεια όμως λατρεύθηκε ως «Εὔπλοια» θεωρήθηκε προστάτις των ναυτικών. Στις κοσμολογικές αντιλήψεις είναι η προσωποποίηση της ίδιας της φύσεως, η κοιτίδα κι η τροφός, η αρχή όλων των πλασμάτων, αυτή που γεννά την αγάπη. Οι αρχαίοι ύμνοι την τίμησαν ως πρωταρχική θεότητα7 και στην διαδοχή των χρόνων την τραγούδησαν ως Γαία, Δήμητρα, Σεμέλη, Ρέα, Κυβέλη, Παναγία, πάντα η Μεγάλη Μητέρα, η πράσινη φύση που επιτροπεύει τους νόμους της δημιουργίας και της θείας εξέλιξης8.
Είναι η Παρθένος. Συμβολικά κανείς δεν μπορεί να ανασηκώσει τα πέπλα της, κανείς δηλαδή δεν έχει τη δύναμη να την παραβιάσει, διεισδύοντας αθέμιτα στις λειτουργίες της. Μνημονεύεται ως Ίσις, Εκάτη, Άρτεμις, Εστία, Αθηνά με τα γλαυκόχροα μάτια και μετά ως Μαρία, μητέρα του Θεού, Regina Coeli, Μητέρα των Ουρανών. Αν τα χρώματα είναι οι χιτώνες του θείου, τα δικά της είναι το πράσινο, το λευκό, το κυανό, το ρόδινο9. Μαρία, Μύριαμ στα εβραϊκά, ταυτίζεται με την θάλασσα και την απεραντοσύνη της10 Από πάνω της, ακοίμητος φρουρός, ο ουρανός με τα γαλάζια χρώματα, το θείο πεδίο, εκεί όπου κατά τον Freud τα ένστικτα εξαϋλώνονται και το λευκό αναμειγνύεται με το κυανό, στη συμβολική των χρωμάτων η αγάπη με την σοφία. Αλλιώς, η άλλη εκδοχή της Ουράνιας Αφροδίτης, εκεί όπου όλες οι λατρείες της θηλυκής θεότητας συνενώνονται: «Ο ουρανός επάνω στη γη περπατούσε κι ανέπνεε μέσα σε έναν λαό από θεούς”11.
To γαλάζιο, χρώμα του ουράνιου θόλου, συσχετίστηκε από πολύ νωρίς με την ιδέα της πνευματικότητας και της ανύψωσης, με τις υψηλές αιθερικές σφαίρες. Στην άβυσσο του γαλάζιου κατοικεί η παγκόσμια σοφία. Στις κοσμογονίες πολλών λαών το κυανό συμβολίζει το συμπαντικό ρευστό, τον ουρανό, ακόμη και το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα έχει ως έμβλημά του το περιστέρι (λευκό), ενώ είναι συγχρόνως η φωτιά της θείας Αγάπης με τις ερυθρές φλόγες της και η αλήθεια (η συμβολική του κυανού χρώματος). Ο Ζεύς, το όνομα του οποίου δηλώνει τη ζωή, τη θερμότητα και τη φωτιά, ως υπέρτατος των θεών, φορά κυανό ή ερυθρό μανδύα. «Η υλική όψη του Πνεύματος είναι ο άνεμος»12. Ένας τέτοιος ορμητικός άνεμος, προερχόμενος από τον Ουρανό, πλημμυρίζει το σπίτι όπου συγκεντρώνονται οι Απόστολοι του Χριστού, την Πεντηκοστή (Πράξεις 2) 13. Η Ήρα, σύζυγος του Διός και θηλυκή αρχή του Θεού, απεικονίζεται τυλιγμένη σε γαλάζια πέπλα, ακλόνητο στήριγμα, να παραστέκεται στο πλευρό του βλοσυρού θεού14. Το όνομά της θεωρήθηκε αναγραμματισμός της αρχαίας λέξεως “ἀήρ” 15, δηλώνοντας τον αέρα, συμβολικά την ψυχή, ενώ το έμβλημά της, το παγώνι, είναι το σύμβολο του φωτός, του ουράνιου τόξου και των ποικιλόχρωμων αποχρώσεών του. Γνωρίζουμε ότι τιμητικά της είχε αφιερωθεί το κυανό χρώμα, που σήμερα είναι αφιερωμένο στην Παναγία. Στους Λατίνους εμφανίζεται με το όνομα Juno, ήταν η θεά του γάμου και τις ιδιότητές της κληρονόμησαν η αγία Lucina και η αγία Margarita των καθολικών. Στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, επιδράσεις των συμβολισμών της ανιχνεύονται στους βίους της αγίας Μαρίνας (17/8) και της αγίας Πελαγίας (11/9)16.
Στους αρχαίους ύμνους η Ήρα, ως θεά των βροχών, επιβλέπει την κάθοδο των ψυχών στον κόσμο. Για τον Ορφέα είναι η μεγάλη θεϊκή σύζυγος και συγχρόνως η αθάνατη Νύμφη17. Το γαλάζιο χρώμα των ρούχων της, στις μυστηριακές παραδόσεις, αντικατοπτρίζει την γαλήνη και την εσωτερική αρμονία που την συνοδεύει. Και ο ουρανός μόνο, όταν είναι καθαρός, αντικατοπτρίζεται γαλήνιος, γαληνός, γαλανός στη θάλασσα δίνοντάς της το χρώμα του.
Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι σε σχέση με την Ήρα η Αφροδίτη, ακόμη και ως Ουράνιος, δεν γνώρισε την ίδια κατανυκτική λατρεία ή ακόμη την εκτεταμένη δημοφιλία άλλων θεοτήτων18. Ήταν όμως η μόνη θεά που στην λαϊκή φαντασία εύρισκε έναν θαυμαστό τρόπο να εγκαταλείπει τον κόσμο των θεών και να ενώνεται με εκείνον των θνητών. Μακριά από την αλαζονεία της θεϊκής υπεροχής έκλαιγε, υπέφερε, αγωνιούσε για ό,τι αγαπούσε. Το όνομά της συνδέθηκε με την αιωνιότητα, γι αυτό ο Εμπεδοκλής τη θεώρησε ως την σπουδαιότερη και αρχαιότερη θεότητα του κόσμου μας19. Ποιος μπορεί να φανταστεί την ετυμολογία του; Αφροδίτη, αφρός και δίνη. Αφρός, η ουσία που πάντα προϋπήρχε (από το επιτατικό μόριο α- και το ρήμα φρώ, προζώ), έτσι μαρτυρούν οι αρχαίες πηγές. Δίνη: ο τρόπος με τον οποίο αναδύεται η ζωή από την αρχέγονη κοσμική θάλασσα20. Στην τελευταία αυτή εκδοχή (της δίνης) η Σπάρτη βρήκε αφορμή και τη λάτρεψε με πολεμική ιδιότητα, την ώρα που η υπόλοιπη Ελλάδα την ταύτιζε με τη βλάστηση, τη γη και τις εναλλαγές της21. Μέχρι που ήλθε εκείνη η ωραία αλληγορία και τη συνέδεσε με τον ανεπανάληπτο μύθο του Έρωτα και της Ψυχής, μία από τις ωραιότερες αφηγήσεις για τη ζωή και την πορεία της διαχρονικά…
Διαβάστε ακόμη…
Η Θάλασσα στις Αρχαίες Πίστεις (Μέρος Δεύτερο)
Γράφει: η Αγγελική Κομποχόλη (Φιλόλογος – Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών)