Παναγία η Θαλασσινή (15/8)
Λατρείες της Αρχαιότητας και Διαχρονική Συνέχεια
«Tα χείλη ακόμη στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου. Αίμα πράσινο»
(Οδ. Ελύτης, Γεν.1, 2-4).
Διαβάστε…
Η Θάλασσα στις Αρχαίες Πίστεις (Μέρος Πρώτο)
Το ίδιο αίμα συνδέει τον άνθρωπο με τα φυτά. Πράσινη η φύση, πράσινα της θάλασσας (κυανοπράσινα) τα «γλαυκόχροα» μάτια της θεάς Αθηνάς, πράσινο το χρώμα του νερού, αφιερωμένο στη θεά που αναδύθηκε από τα κύματα, την Αφροδίτη. Ίδιο και το χρώμα του χαλκού, ιερού μετάλλου της.
Στην ελληνική μυθολογία η “γλαυκῶπις” (με το φωτεινό γαλανό βλέμμα) Αθηνά ονομάζεται Μητέρα και κάποιες παραδόσεις –αναπάντεχα- την θέλουν να ενώνεται με τον Ήφαιστο και να γεννά τον Απόλλωνα, συνώνυμο του ηλιακού θεού, (προστάτης και αυτός των Αθηνών). Ο Απόλλων (ή ό,τι ονοματολογικά παραπέμπει σε αυτόν) είναι η προσωποποίηση του φωτός και διάφορες νησιωτικές, αρχαίες, παραδόσεις παρουσιάζουν την Αθηνά να παραστέκεται στη Λητώ και να διευκολύνει τη γέννησή του, στη νήσο Δήλο, καταμεσής του πελάγους.
Τα σύμβολα αυτά, αμβλυμένα, επανέρχονται στον Χριστιανισμό. Η Μαρία είναι η Θεοτόκος, η μητέρα του Θεού, η Ελεούσα Παναγία, η προσωποποίηση της χάριτος και της φωτεινής ευσπλαγχνίας. Στην Δύση λατρεύεται ως Βασίλισσα του Ουρανού (Regina Coeli) και οι πιστοί της αφιερώνουν τα χρώματά του, πράσινο, λευκό, κυανό, ρόδινο. Στον Μεσαίωνα οι αναπαραστάσεις την παρουσιάζουν, με μια ημισέληνο στα πόδια της, να κρατά στα μπράτσα της το παιδί-Θεό, τον Νέο Ήλιο των Πατέρων της Εκκλησίας, με μία κίνηση ισχυρή σε σημασία, δηλωτική της αρετής της. Είναι η Παναγία η Βρεφοκρατούσα, η Γλυκοφιλούσα και σε αυτήν την αγκαλιά η ανθρωπότητα θα ανακαλύπτει πάντα ένα βαθύ κίνητρο τρυφερότητας. Το θεϊκό μωρό εμβαπτίζεται στην αγάπη της, γαλουχείται στη στοργή της, γίνεται ο Σωτήρας του κόσμου. Στις 15 Αυγούστου, κι ενώ έχει προηγηθεί η 6η του Σωτήρος, εορτάζεται με λαμπρότητα η Κοίμησή της, εορτή χρονολογικά αντίστοιχη με αυτή των αρχαίων Παναθηναίων. Το υδάτινο στοιχείο κάνει εμφανή εδώ την παρουσία του, στο θεομητορικό όνομα. Μare η θάλασσα στα λατινικά, Miriam στα εβραϊκά, Μαρία η ελληνική Κυρά της Θάλασσας.
Την ίδια περίπου περίοδο στην αρχαιότητα το ξόανο της θεάς Αθηνάς πλένεται ιεροτελεστικά στο φαληρικό όρμο, στη διάρκεια της μικρότερης εορτής των Πλυντηρίων, ενσωματωμένης κατανυκτικά στην μεγάλη παναθηναϊκή εορτή. Το ίδιο έθιμο επιβιώνει μέχρι τις ημέρες μας στην καθολική λατρεία της Παναγίας στην Κ. Ιταλία και την Σικελία, με το νερό να αποτελεί πάντα ιερό σύμβολο κάθαρσης, εξαγνισμού, αναγέννησης, ίασης. Ποτίζει υπόγεια τη γη και την τρέφει, ακόμη και την περίοδο της μεγάλης ξηρότητας, για να θρέψει κι αυτή με τη σειρά της τους ανθρώπους, την πλάση, να συντηρήσει τη ζωή. Στο πρόσωπό της Θεοτόκου συνενώνονται πανάρχαιες λατρείες (Αφροδίτη, Ίσιδα, Ρέα, Κυβέλη, Αθηνά).
Το νερό που συνδέεται με την Αγιότητά της «ξεπηδά φρέσκο από τους αιώνες» (Ελύτης, Ήλιος ο πρώτος), στην αναλλοίωτη ελληνική φύση, λίγο, αλλά κρυστάλλινο και καθαρό. Η Παναγία ταυτίζεται με την «Παμμήτειρα Γῆ», είναι η Θήλεια Τροφός, η Γη που τίκτει και θρέφει με το γάλα ή το αίμα της, η Μητέρα που το δάκρυ της, άγιο μύρο, ποτίζει το χώμα και το αναγεννά. Η σχέση του νερού της γης με την μητρότητα είναι παμπάλαιη. Μαρτυρείται σε πανάρχαιες αναφορές για κρήνες πόλεων ή ποτάμια που το νερό τους, αγίασμα, θεράπευε την στειρότητα κι έφερνε την πολυπόθητη κυοφορία.
Με την προσωνυμία Πηγή εμφανίζεται η Μαρία, η μητέρα του Θεού, στην χριστιανική παράδοση του 4ου μ. Χ. αιώνα. Είναι η Ζωοδόχος Πηγή, η δρώσα δύναμη της Φύσης, η Materi–a, η Ύλη που δομεί και συνθέτει, με το νερό που εμπεριέχει στους κόλπους της πολύτιμο συστατικό, δίχως το οποίο δεν υπάρχει ζωή. Σε όλες τις μεγάλες κοσμολογίες της αρχαιότητας το νερό, ως δημιουργό στοιχείο, έχει την πρωταρχική βαρύτητα. Στα αρχέγονα ύδατα, στην αχανή θεϊκή Άβυσσο, οι θρησκείες κι οι επιστήμες ανιχνεύουν τη γέννηση του κόσμου.
Το νεφελώδες ησιόδειο Χάος και η ορφική Νύκτα γεννούν την ιδέα του ύδατος, αλλά και της στεριάς που επιπλέει πάνω σε αυτό (Θαλής). Tο μαύρο επισημαίνει το βάθος της Γης, αλλά και το βάθος των νερών. Μαύρους ίππους και ταύρους συνήθιζαν να προσφέρουν τα παλαιά χρόνια στον Ποσειδώνα και σε άλλες ποτάμιες θεότητες. Και τα δυο ιερά ζώα του θεού και τα δύο πολύτιμοι βοηθοί του ανθρώπου στη γεωργική καλλιέργεια.
Την προσωνυμία «μέλαινα», συνήθιζε να αποδίδει ο Όμηρος στη θάλασσα, την ίδια ακριβώς που χρησιμοποιούσε ο Σόλωνας για να χαρακτηρίσει τη γη («μέλαινα χθών»). Μέλας είναι ο σκοτεινός, αυτός που ακόμη δεν έχει γίνει ορατός (μή + λάω, βλέπω) και με ανάλογη σημασία η λέξη μαύρος, στα αρχαία ἀμαυρός, σύνθετη από το στερητικό μόριο ἀ- και το ρήμα μαρμαίρω, που σημαίνει λάμπω. Ό,τι λάμπει, έχει φως, μαρμαρυγή, που “νύσσει”, σχίζει, τα μαύρα πέπλα της Νύκτας και αναδύεται από αυτά. Την κοσμική Νύκτα ο Ορφέας την ονόμασε αλλιώς Θάλασσα (ἅλς), ορίζοντάς την ως Αρχή, έναρξη και δύναμη, όλων των πραγμάτων. Είναι η Πηγή που γεννά την Αγάπη, την αληθινή δύναμη του κόσμου μας, αυτή που «ἂγει», κινεί, το «πᾶν : “Θα υμνήσω την Νύκτα”, λέει ο Ορφέας, “την Νύκτα μητέρα θεών και ανθρώπων, την Νύκτα, Πηγή όλων των δημιουργημένων όντων, και θα την ονομάσω Αφροδίτη”. Η Αφροδίτη είναι η θεά του Έρωτα και στην υψηλότερη διαβάθμισή της, ως «Οὐράνιος», γίνεται συνώνυμη της πνευματικής αγάπης. Την ίδια αγάπη που ευαγγελίζεται και η Παναγία, η Πλατυτέρα των Ουρανών, η Αγία Σκέπη, η Αγνή στην οποία η ηθική τελειότητα κορυφώνεται, στις φουρτούνες της ζωής η Γλυκοφιλούσα, η Γλυκοκυματούσα, η Θαλασσινή.
Γράφει: η Αγγελική Κομποχόλη (Φιλόλογος – Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών)