Η εμπειρία μου με τους ανθρώπους με αναπηρία, συγκεκριμένα με νευρομυϊκές παθήσεις και το θέατρο ξεκίνησε εκεί γύρω στο 2011, όταν με κάλεσαν από το MDA HELLAS (Σωματείο για τη φροντίδα ανθρώπων με νευρομυϊκές παθήσεις) να αναλάβω τη θεατρική εκπαίδευση των μελών. Δέχτηκα και δουλεύοντας με την ομάδα εκείνη που αργότερα αποτέλεσε τον πυρήνα της ARTimeleia, της ανεξάρτητης καλλιτεχνικής ομάδας που είμαστε σήμερα, ξεκινήσαμε ένα πολύ ενδιαφέρον και διαφωτιστικό ταξίδι στον κόσμο του θεάτρου ενός ανάπηρου ηθοποιού ανακαλύπτοντας το προφανές.
της Αννίτας Καπουσίζη – Δασκάλα θεάτρου – Δραματολόγος
Δεν υπάρχει θέατρο ανάπηρου ηθοποιού. Υπάρχει θέατρο.
Και αυτό γίνεται από όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από την σωματική και πνευματική κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Ο τρόπος και τα εργαλεία αλλάζουν.
Η έννοια λοιπόν της Συμπερίληψης, που προσπαθώ να “συμπεριλάβω” στο λεξιλόγιο και την αντίληψη των συνανθρώπων μου, είναι το δεδομένο που προϋπάρχει της κοινωνικής διαφοροποίησης, που έχουμε μαθει να ζούμε και να κινούμαστε. Είναι το αδιαπραγμάτευτο της φύσης.
Η συνείδηση ότι όλα είναι μέρος του όλου, κάνει τον όρο “Συμπερίληψη” όχι καινούργιο και δικαιωματικό, αλλά αυτονόητο και προϋπόθεση της ανθρώπινης ύπαρξης.
Με γνώμονα αυτή τη σκέψη, έφυγα με την υποτροφία Fulbright στην Αμερική το 2016-2017, προκειμένου να αναπτύξω μια μεθοδολογία υποκριτικής για ανθρώπους με και χωρίς αναπηρία βασισμένη στην ολιστική προσέγγιση της γνώσης που μας περιβάλλει. Από τον συγκερασμό της νευρολογικής έρευνας και παρατήρησης με βασικές αρχές της υποκριτικής, προέκυψε η μεθοδολογία, με την οποία δουλεύω: “Νευρολογική προσέγγιση της υποκριτικής”.
Η ολιστική αυτή θεώρηση, επηρεάζει και οφείλει να επηρεάσει πρώτα απ’ όλα το εκπαιδευτικό σύστημα μέσα από το οποίο μπορεί να γεννηθεί μια καινούργια πραγματικότητα.
Βασικό επιχείρημα της διαλεκτικής γύρω από την συμπεριληπτική εκπαίδευση αποτελεί η πεποίθηση ότι όταν θέματα, αντικείμενα και μελέτες συνδυάζονται και προσεγγίζονται ταυτόχρονα, οι εκπαιδευόμενοι αρχίζουν και βλέπουν τις διασυνδέσεις, τις “εκλεκτικές συγγένεις” των πληροφοριών, των προερχόμενων από φαινομενικά “ξένους” μεταξύ τους κλάδους. Έτσι αναπτύσσεται ο μηχανισμός του συσχετισμού -γονιδιακά καταγεγραμμένος τρόπος μάθησης στους ανθρώπους- και επιπλέον το υλικό που συγκεντρώνεται χρησιμοποιείται ως μέσο γνώσης και όχι απλά ένα πορτφόλιο πληροφοριών. Με αυτόν τον τρόπο, οι εκπαιδευόμενοι δεσμεύονται σε μια νοηματοδοτούμενη από την ίδια την εμπειρία εκπαιδευτική πράξη.
Και πόσο πιο διαφωτιστική μπορεί να γίνει η εμπλοκή μας με τον τομέα πχ. της υποκριτικής, στον οποίο αντικείμενο μας αποτελεί το σώμα μας, όταν μπορούμε να γνωρίζουμε το σώμα μας μέσα από τον τομέα της φυσιολογίας, της βιολογίας, της ιατρικής;
Τι είναι όμως οι νευρομυϊκές παθήσεις και τι σημαίνει συμπεριληπτικό μοντέλο εκπαίδευσης της υποκριτικής μέσα από τη νευρολογική παρατήρηση.
Με γενικούς όρους, οι νευρομυϊκές παθήσεις είναι εξελικτικές παθήσεις, με κύριο χαρακτηριστικό την μυϊκή αδυναμία και κούραση. Κάποιες εμφανίζονται κατά τη γέννηση, κάποιες στην παιδική ηλικία και κάποιες μετά την ενηλικίωση. Αν και η μυϊκή αποδυνάμωση από μόνη της δεν είναι επίπονη, η αδυναμία που προέρχεται απ’ αυτήν μπορεί να προκαλέσει κράμπες, δυσκαμψία, παραμόρφωση και χρόνιους πόνους.
Πώς κάνει λοιπόν ένας άνθρωπος με νευρομυϊκή πάθηση θέατρο;
Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια την πράξη της υπόκρισης, του “acting” στ αγγλικά, που αποδίδει νομίζω με περισσότερη σαφήνεια τη βάση του τρόπου υποκριτικής.
Acting σημαίνει δρω, αρά το θέατρο γίνεται δρώντας.
Παρ’ όλο που μια κίνηση συνιστά πάντα μια δράση, μια δράση δεν συνίσταται πάντα από μια κίνηση. Δρω όταν μιλάω, φωνάζω, χαμογελάω αλλά και όταν σκέφτομαι ή φαντάζομαι πράγματα.
Οι ηθοποιοί εκπαιδεύονται, όπως όλοι οι άνθρωποι στα επαγγέλματά τους. Για να φτάσουν να «υποκριθούν», ακολουθούν μια μεθοδολογία και ασκησιολογία. Δουλεύουν το σώμα τους, τη φωνή τους, τις δεξιότητές τους με διαφόρους τρόπους, όπως ο αυτοσχεδιασμός, η αισθητηριακή και συναισθηματική ανάκληση κλπ. Ακόμα, μελετούν το έργο, ερευνούν τις κοινωνικο- πολιτικές συνθήκες στις οποίες αναφέρεται το έργο, τον τόπο, καθώς και συνήθειες και συμπεριφορές της εποχής στην οποία διαδραματίζεται.
Μέχρι στιγμής λοιπόν, αντιλαμβάνομαι ότι προκειμένου να γίνει κάποιος επαγγελματίας ηθοποιός, δεν χρειάζεται να έχει «ειδικές ικανότητες». Αν αποδεχτούμε, επιπλέον, ότι το ταλέντο δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά το αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, τότε φαντάζομαι ότι όπως ο οποιοσδήποτε μπορεί να επιλέξει να γίνει δικηγόρος, δάσκαλος, κοινωνικός λειτουργός, έτσι μπορεί να επιλέξει να γίνει και ηθοποιός. Αρκεί ν’ αγαπάει αυτό που κάνει, να δεσμεύεται σ’ αυτό και κυρίως να είναι έτοιμος να δουλέψει γι’ αυτό.
Έτσι φτάνουμε σχετικά εύκολα στο συμπέρασμα, ότι δεν είναι η πραγματική φύση της δουλειάς του ηθοποιού που περιορίζει τους ανθρώπους με νευρομυϊκές παθήσεις, κωφούς, βαρήκοους, τυφλούς και τόσες άλλες «ευπαθείς κοινωνικές ομάδες», όπως συνηθίζουμε, γενικευμένα, να κατηγοριοποιούμε στη χώρα μας. Είναι η κοινωνικά κατασκευασμένη «φύση» που βάζει τα όρια και τους περιορισμούς.
Στην ARTimeleia, συνεκπαιδευόμαστε.
Φυσικά υπάρχουν συγκεκριμένα μέρη του σώματος, ανάλογα με τον τύπο της νευρομυϊκής πάθησης, με τα οποία δεν μπορούμε να δουλέψουμε. Δουλεύουμε με αυτά που έχουμε και αυτά που μπορούμε (βασική αρχή του θεάτρου, εν γένει).
Το θέμα είναι να «διηγηθείς» την ιστορία. Γι’ αυτό έχει έρθει το κοινό. Και όλοι γνωρίζουμε πως υπάρχουν πολλοί τρόποι να διηγηθείς μια ιστορία.
«Οι περιορισμοί δημιουργούν δυνατότητες…!»
Ένα χέρι που δεν μπορεί να κουνηθεί, στέλνει την ενέργεια στη μύτη, στο αυτί, στο μάτι.Το σώμα μας μπορεί να κάνει μια εκούσια κίνηση (οι κινήσεις μας χωρίζονται σε εκούσιες και ακούσιες) μόνον όταν το κινητικό κέντρο του εγκεφάλου και το στέλεχος (μέρος του εγκεφάλου, στη βάση του) στείλουν την απαραίτητη οδηγία. Περιπλοκές στη μετάδοση του μηνύματος, μέσα από τα κινητικά νεύρα στους μύες, έχουν σαν αποτέλεσμα την μη μετάδοση του σήματος και άρα την μη ύπαρξη κίνησης. Παρ’ όλα αυτά η κίνηση με την έννοια της πρόσληψης και πρόθεσης έχει ήδη υπάρξει! Αν δεν μπορέσει να γίνει κίνηση, τότε μέσω άλλων διαδρομών, μετατρέπεται σε φωνή κλπ.
Μια σειρά νευρολογικών πειραμάτων έχει αποδείξει ότι το να κάνει κάποιος μια κίνηση και να φαντάζεται ότι την κάνει, ενεργοποιεί τις ίδιες νευρικές συνάψεις και έχει βιολογικά το ίδιο αποτέλεσμα. Σε νευρολογικές παθήσεις με ραγδαία εξέλιξη, έχουμε κινητικά ενεργούς μόνο κάποιους μύες του προσώπου και φυσικά την φαντασία, την σημαντικότερη ίσως δεξιότητα ενός ηθοποιού.
Όσο περισσότερα εμπόδια υπάρχουν, τόσο πιο εφευρετικός γίνεται ο άνθρωπος.
Είναι εγγεγραμμένο στο DNA του, είναι ο τρόπος που ο ανθρώπινος εγκέφαλος λειτουργεί. Δημιουργεί συνδέσεις και σχέσεις προκειμένου να βρεί λύσεις, να ξεπεράσει δυσκολίες, να παραμείνει ζωντανός. Ψάχνουμε παντού και πάντα για συσχετισμούς, γιατί η επιβίωσή μας εξαρτιόταν και συνεχίζει να εξαρτάται από αυτούς.
Φυσικά, όταν έχεις μια «εργαλειοθήκη» γεμάτη, έχεις πολύ περισσότερες επιλογές και κάνεις τα πράγματα πιο γρήγορα, ίσως και πιο εύκολα. Όμως την ίδια αποτελεσματικότητα μπορείς να έχεις ακόμα και αν σου λείπουν μερικά εργαλεία, γιατί τότε ανακαλύπτεις με πόσους άλλους τρόπους μπορείς να χρησιμοποιήσεις τα ήδη υπάρχοντα.
Δίνουμε μεγάλη σημασία στη σωματική εξάσκηση. Κάνουμε ασκήσεις αναπνοής, γιατί το αναπνευστικό σύστημα των ανθρώπων με νευρομυϊκές παθήσεις είναι αρκετά αδύναμο. Επίσης χρησιμοποιούμε μια ασκησιολογία βασισμένη σε διαγνωστικές νευρολογικές ασκήσεις που σχετίζονται με την ισορροπία και το βάδισμα, μέσα σε ένα πλαίσιο υποκριτικής κατεύθυνσης.
«Όταν ξέρεις τι ακριβώς θέλεις να δουλέψεις, τότε βρίσκεις και το πώς!»
Βασικό κομμάτι της δουλειάς του ηθοποιού είναι ο τρόπος λειτουργίας της μάθησης μέσω της μνήμης γιατί εκεί απευθυνόμαστε όλοι, συνειδητά ή ασυνείδητα, όταν θέλουμε να δουλέψουμε πάνω σε έναν χαρακτήρα.
Η αισθητηριακή και συναισθηματική μνήμη, αυτή η εσωτερική διαδικασία που ο εγκέφαλός μας χρησιμοποιεί προκειμένου να συνδέσει συγκεκριμένα γεγονότα και αισθήσεις με συναισθήματα και να δημιουργήσει μνήμες μέσα από αυτά, είναι μια βάση και μια αρχή που χρησιμοποιούμε στη δημιουργική διαδικασία προσέγγισης ενός ρόλου.
Οι άνθρωποι με νευρομυϊκές παθήσεις δεν κάθονταν όλη τους τη ζωή σε αμαξίδια. Ο εγκέφαλος ανακαλεί αισθήσεις που μπορεί να μην καταγράφονται πλέον στο σώμα τους, αλλά έχουν υπάρξει και έχουν καταγραφεί. Μαζί με τις καινούργιες μνήμες που διαρκώς δημιουργούνται, έχουμε ένα ικανό υλικό για ν’ αρχίσουμε να δουλεύουμε.
Φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε το ενδοκρινικό σύστημα που μαζί με το νευρικό, αποτελούν τα δυο βασικά συστήματα ‘επικοινωνίας’ και μετάδοσης πληροφοριών του οργανισμού μας και το οποίο διακινεί τις ορμόνες, αυτά τα υπέροχα «ναρκωτικά» που μπορούν να σε οδηγήσουν σ’ έναν παράδεισο δημιουργικότητας (βλ. ενδορφίνες), μ’ εναν πύραυλο σε ταχύτητα (βλ. ντοπαμίνη).
Και κάπως έτσι οι άνθρωποι με νευρομυϊκές παθήσεις κάνουν θέατρο.
Φυσικά αποφεύγουμε τα έργα, όπου ο συγγραφέας αναφέρει ρητά στις οδηγίες του ότι ο συγκεκριμένος ρόλος δεν ερμηνεύεται από ανάπηρους ηθοποιούς. Αλλά απο τη λιγοστή μου γνώση δεν έχει υπάρξει κάποιος συγγραφέας που να το έχει γράψει αυτό. Σωστά;;
Διαβάστε ακόμη…
Θέατρο… αγκαλιάζοντας τον Αυτισμό!
Γράφει: η Αννίτα Καπουσίζη – Δασκάλα θεάτρου – Δραματολόγος