Από τη στιγμή που αποκαλύφθηκαν τα φρικιαστικά γεγονότα που συνέβαιναν στο Γηροκομείο στα Χανιά σκεφτόμουν ότι ήθελα διακαώς να μιλήσω με τον Υπεύθυνο της Κοινωνικής Υπηρεσίας της Μονάδας Φροντίδας Ηλικιωμένων. Ήθελα να του θέσω μια βασική ερώτηση: «Ως Κοινωνικός Λειτουργός τι κάνατε; Ποια ήταν η θέση σας; Ποια ήταν η στάση σας; Ποια ήταν η αντίδρασή σας;».
του Νικόλα Τσιλιβαράκου – Κοινωνικός Λειτουργός – Σύμβουλος Επικοινωνίας
Τη Μεγάλη Δευτέρα 26 Απριλίου 2021 τηλεφώνησα στο Γηροκομείο. Ζήτησα από την κυρία που απάντησε στο τηλέφωνο να με συνδέσει με την Κοινωνική Υπηρεσία. Η υπάλληλος που απάντησε δεν κατείχε την κοινωνική δεξιότητα να συστήσει τον εαυτό της. Στην ερώτησή μου αν υπάρχει Κοινωνικός Λειτουργός, απάντησε ότι υπάρχει μόνο Ψυχίατρος – άρχισαν καμπανάκια να χτυπάνε στο κεφάλι μου. Πήρα την πρωτοβουλία και συστήθηκα:
Εγώ: Λέγομαι Νικόλας Τσιλιβαράκος. Είμαι Κοινωνικός Λειτουργός και αρθρογραφώ στην ιστοσελίδα….
Υπάλληλος: Δεν μιλάμε… Δεν μιλάμε.
Το τηλέφωνο έκλεισε. Η γραμμή άρχιζε να βουίζει και εγώ ανακαλούσα στη μνήμη μου βασικές αρχές στο μάθημα της Διαχείρισης Κρίσεων σε Επιχειρήσεις και Οργανισμούς: Μίλα Τώρα και Μίλα Άμεσα!
Το μυαλό μου όμως πήγε και αλλού. Στην πρακτική μου ως Κοινωνικός Λειτουργός. Σε ένα πλαίσιο που έχεις να κάνεις με ανθρώπινες ψυχές και δεν επενδύεις στο συναίσθημα αλλά μόνο στα φάρμακα αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς που εστιάζει και τι προσανατολισμό έχει. Ο Ψυχίατρος χορηγεί φαρμακευτική αγωγή. Ο Κοινωνικός Λειτουργός και ο Ψυχολόγος ασχολούνται με τη θεραπεία και με το συναίσθημα. Όταν ενδιαφέρεσαι μόνο να χορηγήσεις χάπια και φάρμακα τότε σίγουρα περισσεύει η ψυχή.
Συνένοχος είσαι όταν βλέπεις και δεν μιλάς…
Χωρίς να θέλω να κρίνω ή να κουνήσω το δάχτυλο έχω ωστόσο την ανάγκη να μοιραστώ μια έντονη σκέψη, ένα κρίσιμο ερώτημα: οι άνθρωποι που δουλεύουν σε έναν τέτοιο χώρο που προσβάλλεται η ανθρώπινη αξιοπρέπεια, που ασκείται κακοποίηση, που ευάλωτοι άνθρωποι πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης με ποια ψυχική αντοχή πηγαίνουν κάθε μέρα εκεί να εργαστούν;
Πώς αντικρίζουν στα μάτια; Πώς σχετίζονται; Αρνούμαι να πιστέψω ότι όλοι όσοι εργάζονται στην εν λόγω Μονάδα είναι κακοποιοί. Συνένοχοι ναι, είναι. Ας μην γελιόμαστε. Συνένοχος είσαι όταν βλέπεις και δεν μιλάς. Όταν βλέπεις την παρανομία και δεν καταγγέλλεις. Όταν βλέπεις την εκμετάλλευση στον αδύναμο και δεν σηκώνεις ανάστημα. Όταν νομιμοποιείς ακόμα και άθελά σου την αρρώστια και τη σκατοψυχιά λόγω του φόβου σου.
Και εντάξει φοβάσαι να μιλήσεις. Φοβάσαι να μην χάσεις τη δουλειά σου – που ανάθεμα αν αυτό λέγεται δουλειά – αλλά δεν φοβάσαι να αντικρίζεις ανθρώπινα κουφάρια να πεθαίνουν το ένα μετά το άλλο;
Να στραγγίζονται σωματικά, ψυχικά και υλικά. Και αντί, να σηκώσεις ανάστημα επιλέγεις να γίνεις ακόμα πιο μικρός και να γίνεις μέρος του συστήματος. Ενός σάπιου μηχανισμού που ζέχνει από πάνω μέχρι κάτω. Από την κορυφή μέχρι τα νύχια. Γιατί το ψάρι από το κεφάλι πάντα θα βρωμάει.
Και από την άλλη πλευρά είσαι εσύ που έχεις τον πατέρα σου, τη μητέρα σου, τον θείο σου, τη θεία σου, τον παππού σου, τη γιαγιά σου, τον χι ή τον ψι. Και βλέπεις ότι λιώνει. Και βλέπεις ότι αποστεώνεται, και βλέπεις ότι δεν τρώει καλά, και βλέπεις ότι κλείνεται στον εαυτό του, και βλέπεις ότι δεν μιλάει! Και αντί να αναρωτηθείς, να ψάξεις, να επέμβεις, να ρωτήσεις, να γίνεις εσύ η φωνή, αποφασίζεις να μην μιλήσεις. Γιατί λες «έλα μωρέ, που να μπλέκω τώρα; Που να σκαλίζω πράγματα; Μπορεί να είναι ιδέα μου! Αν δεν πέρναγε καλά, δεν θα το έλεγε;» Κι όμως, δεν θα το έλεγε. Απ’ ότι φαίνεται πολλοί δεν πρόλαβαν ποτέ να το πουν.
Σε μια εποχή που τα θύματα μιλάνε δημόσια για το τραύμα τους, που πραγματοποιούνται δημόσιες αφηγήσεις σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης, σωματικής, ψυχολογικής, εργασιακής και ενδοσχολικής βίας είναι κρίσιμο να μιλήσουμε και εμείς. Είναι αναγκαίο από απαθείς παρατηρητές να γίνουμε υποστηρικτές, ασπίδες προστασίας, αγκαλιά, ασφάλεια, δύναμη. Διαφορετικά η έννοια των κοινωνικών κινημάτων τύπου #me_too θα περιοριστεί σε άλλο ένα trend και hashtag στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο ανθρώπινος πόνος όμως δεν εξαντλείται σε καρδούλες, σε θυμωμένες φατσούλες και σε πλασματικά «νοιάζομαι» πλασαρισμένα σε emoticon.
Έχει έρθει η στιγμή επιτέλους να μιλήσουμε και εμείς…
Προχθές, είχα βγάλει βόλτα τα σκυλιά μου και ένα μηχανάκι ανέβηκε στο πεζοδρόμιο. Ο οδηγός με ειρωνεύτηκε λέγοντας: «Να περάσουμε ή θα μας δαγκώσουν;». Του απάντησα ότι αν δεν θέλει να τον δαγκώσουν, να πηγαίνει από τον δρόμο και όχι από το πεζοδρόμιο. Πήγε να σταματήσει τη μηχανή για να κάνει φασαρία! Οδηγούσε στο πεζοδρόμιο και ήθελε να κάνει και φασαρία! Ένας φίλος μου είπε: «Δεν έπρεπε να μιλήσεις. Θα μπορούσε να σε έχει χτυπήσει και να σου είχαν φύγει από το χέρι τα σκυλιά.» Ίσως και να είχε δίκιο. Ωστόσο είναι διαφορετικό να πουλάς μαγκιά και διαφορετικό να υπερασπίζεσαι το δίκαιο.
Όχι δεν πιστεύω στους ήρωες. Ο καθένας με τον εαυτό του πορεύεται και συνδιαλέγεται πάνω απ’ όλα. Ούτε πιστεύω σε δεκανίκια και σε πατρόνους.
Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι όλοι μαζί και ο καθένας μόνος του έχει φωνή, έχει κρίση, έχει συναίσθημα και λογική. Πιστεύω ότι στο ένοχο «Δεν μιλάμε» που συγκαλύπτει αλλά δεν προστατεύει, έχει έρθει η στιγμή επιτέλους να μιλήσουμε και εμείς.
Να μιλήσουμε για κάθε παιδί που κακοποιήθηκε, για τη γειτόνισσα με το μαυρισμένο μάτι, για κάθε ζώο που του έριξαν φόλα και το βασάνισαν, για τον εργαζόμενο που παραβιάζεται, για τον οδηγό που παρκάρει σε ράμπα αναπήρων, για εκείνον που πετάει τα σκουπίδια του στον δρόμο, για τον οδηγό που μας αναβοσβήνει τα φώτα στην εθνική για να μας προσπεράσει επειδή νιώθει ότι οι δρόμοι του ανήκουν.
Να μιλήσουμε για καθετί που προσβάλει και παραβιάζει τη ζωή μας. Για καθετί που παραβιάζει τη ζωή.
Γιατί κακά τα ψέματα: από το Ψυχιατρείο της Λέρου σε κάθε Γηροκομείο – κολαστήριο, ένα τσιγάρο δρόμος…
Μια ζωή απόσταση.
Ευχαριστούμε τον Φωτογράφο Χρήστο – Αριστοτέλη Φελούκα για την παραχώρηση των φωτωγραφιών. Instagram Account: aristotelis_photography
Γράφει: ο Νικόλας Τσιλιβαράκος – Κοινωνικός Λειτουργός – Σύμβουλος Επικοινωνίας