ΑΡΘΡΑ

Τί μπορούμε να Ελέγξουμε στην Ζωή μας και Πώς;

Ο ρόλος της “Αλλαγής”… στην σκέψη, στο συναίσθημα, στην συμπεριφορά, για την Προσωπική μας Ανάπτυξη…

Σίγουρα δεν έχουμε τον έλεγχο των πραγμάτων που μπορούν να συμβούν στην ζωή μας, αλλά είμαστε ικανοί να ελέγξουμε το πώς θα σκεφτούμε και θα νιώσουμε, για όσα συμβαίνουν σ’ εμάς και γύρω από εμάς!

 

του Γιώργου Κουντουρά – Ψυχολόγος

 

Η πιο συχνή κοινωνική και ψυχολογική επιταγή του σήμερα, πλήρως προσαρμοσμένη στο πολιτισμικό πλαίσιο των δυτικών κοινωνιών, είναι η πολυπόθητη Αλλαγή”. Αφού αλλάζουμε το ενδυματολογικό μας στυλ, τις «έξυπνες» συσκευές μας, και την εξωτερική μας εμφάνιση, γιατί να μην αλλάξουμε και πτυχές του εαυτού μας ή και τον ίδιο μας τον εαυτό ακόμα; Υπάρχει λοιπόν μια διαρκής πίεση για αλλαγή – μια πίεση που δεχόμαστε ευχάριστα αναλογιζόμενοι τον «βελτιωτικό» χαρακτήρα κάθε υπεσχημένης αλλαγής.

Η έννοια της αλλαγής είναι συνυφασμένη με την ταυτότητά μας. Η ταυτότητά μας είναι αναμφισβήτητα σημαντική για εμάς, οπότε ό,τι μας βελτιώνει πρέπει να ‘ναι εξ’ ορισμού καλό, σωστά; Όχι, (τουλάχιστον από ιστορική άποψη).

Υπάρχουν έννοιες που εξαιτίας των καλά εδραιωμένων κοινωνικών συμβάσεων, μιας εποχής, θεωρούνται «θετικές» και «ωφέλιμες» και υπάρχουν άλλες που στιγματίζονται και χάνουν σταδιακά αξία στο χρηματιστήριο των λέξεων. Οι λέξεις είναι μετοχές και ανάλογα με την εποχή, τις εκάστοτε επιστημονικές και πολιτισμικές τάσεις χάνουν ή λαμβάνουν αξία. Γιατί λοιπόν η αλλαγή έχει τόσο μεγάλη αξία στο χρηματιστήριο της γνώσης του σήμερα; Γιατί για να αλλάξουμε κάτι; Πρέπει να προσδιορίσουμε πρώτα κάτι που δεν είναι αρεστό, χρήσιμο ή ωφέλιμο για μας. Πρέπει να αποκτήσουμε μια πρώτη συναίσθηση του εαυτού, πέραν του αισθητηριακού επιπέδου.

To 1972 οι ψυχολόγοι Shelley Duval και Robert Wicklund αντίστοιχα, όρισαν την αυτο-συναίσθηση ως την δεξιότητα να εστιάζουμε την προσοχή μας στους εαυτούς μας, να αξιολογούμε και να συγκρίνουμε την συμπεριφορά μας, με τις εσωτερικές μας αξίες και τους πάγιους κώδικες ηθικής μας. Φυσικά, η γενεαλογία της αυτο-συναίσθησης, ως έννοιας, ξεκινά από τον Σωκράτη και από το περίφημο «γνώθι σαυτόν». Ο σωκρατικός τρόπος σκέψης ήταν αυτός που διαμόρφωσε τις ιδεατές ηθικές και διανοητικές αξίες της σύγχρονης εποχής, μιας εποχής που για να μετεξελίξει τις παραπάνω αξίες και να αφήσει το δικό της αποτύπωμα στην ιστορία της γνώσης, έκανε άλμα από την λογική στο συναίσθημα.

Τώρα το κέντρο του ψυχολογικού σύμπαντος είναι το συναίσθημα, αυτό που νιώθουμε. Είναι σημαντικό να ελέγχουμε αυτό που νιώθουμε, να καταλαβαίνουμε ό,τι νιώθουμε, καθώς και να μπορούμε να βιώνουμε την συναισθηματική κατάσταση των άλλων. Πέρα από την Συναισθηματική Νοημοσύνη όμως, χρήσιμο είναι να μπορούμε να αλλάζουμε και αυτό που νιώθουμε, όποτε θέλουμε. Είναι τελικά η αλλαγή πραγματική ή όχι; Τί σημαίνει αλλάζω; Και όταν αλλάζω τί συμβαίνει; Σταματάω να είμαι αυτός που είμαι και γίνομαι κάτι καινούργιο;
Η βασική προϋπόθεση της αλλαγής είναι να αντιληφθούμε αυτό που μας συμβαίνει εμπειρικά στο εδώ και τώρα και να το αξιολογήσουμε. Μοιάζει εύκολο. Παρ’όλα αυτά, ο νομπελίστας συμπεριφορικός επιστήμονας Daniel Kahneman απέδειξε μέσα από μια σειρά ερευνών ότι αυτό που αισθανόμαστε για μια εμπειρία του παρόντος και αυτό που θυμόμαστε από αυτήν την εμπειρία λίγο διάστημα μετά, σχετίζονται μόνο κατά 50%. Αυτή η σημαντική (αλλά συνειδητά αδιόρατη σε μας) διαφορά που συνδέεται με την νοηματοδότηση μιας εμπειρίας, μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο την ιστορία ενός γεγονότος που λέμε στον εαυτό μας, αλλά και το πως σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας και τους άλλους, καθώς και το τί αποφάσεις λαμβάνουμε. Συνεπώς, αν δεν μπορούμε πλήρως να αντιληφθούμε εμπειρικά αυτό που μας συμβαίνει, πώς είμαστε σίγουροι για την ταυτότητά μας και πώς μπορούμε να αλλάξουμε στα αλήθεια;

Υπάρχει μια συναισθηματική προσκόλληση σε κάθε αλλαγή που οφείλεται στον προσωπικό της χαρακτήρα, παρ’όλο που τις περισσότερες φορές προσπαθούμε να αλλάξουμε τους άλλους και όχι εμάς! Έτσι, κάθε φορά που αποτυγχάνουμε να αλλάξουμε μια στάση, μια συμπεριφορά ή μια συνήθεια, η ταυτότητά μας δέχεται ανεπανόρθωτο πλήγμα το οποίο συνοδεύεται πολλές φορές από αισθήματα απαξίας του εαυτού. Η ανεπιτυχής προσπάθεια για αλλαγή μεταφράζεται σε ανικανότητα, ανημποριά, και αδυναμία του εαυτού να εκπληρώσει έναν στόχο. Και η επιτυχής προσπάθεια; Ίσως μία παροδική τόνωση του εγώ που σε μικρό χρονικό διάστημα θα θέλει να βρει την επόμενη πρόκληση για να διατηρήσει το ευχάριστο συναίσθημα στα ύψη. Θα μπορούσαμε όμως να δούμε την αλλαγή κάπως διαφορετικά;

Το να αλλάξουμε, δεν προϋποθέτει πάντα την ενδοσκόπηση σε κάτι τόσο βαθύ και πολύπλοκο όπως είναι η ταυτότητά μας. Μπορούμε να δούμε την ζωή σαν ένα σύνολο από πράξεις και συμπεριφορές που άλλοτε μας εξυπηρετούν και άλλοτε όχι. Μπορούμε να περιορίσουμε ή να επεκτείνουμε τα όρια μέσα στα οποία κινούμαστε, χωρίς να επενδύουμε συναισθηματικά στο πώς μας προσδιορίζει μια συμπεριφορά ή ένα γνώρισμα που μας διακρίνει. Η συμπεριφορά ή το γνώρισμα αποτελούν κομμάτια του εαυτού, δεν συνιστούν όμως την ουσία του εαυτού. Δεν είμαι αντιπαραγωγικός, επιλέγω να είμαι αντιπαραγωγικός. Αν δούμε την ζωή ως ένα σύνολο από προσωπικές επιλογές και πράξεις, δεν χρειάζεται να ξέρω τον εαυτό μου για να αλλάξω – αρκεί να γνωρίζω ότι για να πάω από μια κατάσταση Α σε μια κατάσταση Β υπεύθυνος είμαι αποκλειστικά εγώ.

Έχουμε την πεποίθηση ότι η βάση πάνω στην οποία συντελείται κάθε αλλαγή είναι η προσωπικότητά μας. Το αν είμαστε χαρούμενοι ή όχι με αυτό που εκπέμπει η προσωπικότητά μας, καθορίζει το αν θα επιλέξουμε να αλλάξουμε ή όχι. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Illinois βρήκαν ότι μόνο το 13% των ανθρώπων είναι ικανοποιημένο με την προσωπικότητά του. Όμως πέρα από τις απλές στάσεις και συμπεριφορές, μπορούμε να αλλάξουμε ένα πιο θεμελιώδες και πάγιο κομμάτι του εαυτού μας όπως είναι προσωπικότητάς μας;

Μία ευρέως διαδεδομένη φράση που ακούμε συχνά είναι «προσποιήσου μέχρι να τα καταφέρεις» (fake it until you make it). Η παραπάνω φράση μπορεί να ακούγεται απλή και εξαπατητική προς τον εαυτό, αλλά εμπεριέχει διεργασίες που δεν φαίνονται τόσο ξεκάθαρα, όταν την ακούμε για πρώτη φορά.

Το να προσποιηθούμε κάτι που δεν είμαστε προϋποθέτει το να φανταστούμε αυτό που θέλουμε να γίνουμε. Φυσικά δεν αρκεί να λέμε μπροστά σε έναν καθρέφτη ότι είμαστε οι καλύτεροι και οι πιο όμορφοι για να αποκτήσουμε αυτοπεποίθηση, ούτε να επαναλαμβάνουμε σαν μάντρα… «θα τα καταφέρεις», για να μειώσουμε το στρες που μας προκαλεί μια επαγγελματική συνέντευξη. Αλλά Το να τεθεί σε εφαρμογή αυτό που ακόμα αποτελεί προϊόν της φαντασίας μας, απαιτούνται αλλαγές στο κομμάτι της σκέψης, του συναισθήματος και της συμπεριφοράς”.

Και αν συντελεστούν αυτές οι αλλαγές, έχουμε αλλάξει προσωπικότητα ή γίναμε καλύτεροι στην… προσποίηση; Σε αυτό το σημείο πρέπει να σημειωθεί ότι μιλάμε για προσποίηση απαλλαγμένη από ηθικές προκαταλήψεις. Ο σκοπός μου δεν είναι να πω ψέματα στον εαυτό μου ή στους άλλους για κάτι που δεν είμαι ώστε να έχω δευτερεύον όφελος από αυτήν την συμπεριφορά. Άλλωστε βασική προϋπόθεση κάθε βαθιάς και ουσιαστικής αλλαγής είναι να έχει διάρκεια στον χρόνο.

Τα προηγούμενα χρόνια έχει γίνει, από πολλούς ερευνητές, μία ενδιαφέρουσα εκτίμηση της ηλικίας, κατά την οποία διαμορφώνονται τα στάδια της προσωπικότητάς μας. Συνοπτικά, έχουμε κατασταλάξει για το αν είμαστε «καλοί» ή «κακοί», «αγαπητοί» ή όχι, «ασφαλείς» ή «τρομαγμένοι», μέχρι την ηλικία των 2 ετών. Μέχρι τα 10 έτη της ζωής μας, έχει διαμορφωθεί και η βασική έκφραση των παραπάνω πυρηνικών γνωρισμάτων της προσωπικότητάς μας και συνήθως είμαστε ικανοί να απαντήσουμε σε ερωτήσεις όπως είμαι εξωστρεφής ή εσωστρεφής; Είμαι ηγέτης ή ακόλουθος; Αν με χτυπήσουν θα κλάψω ή θα αντεπιτεθώ; Μέχρι την ηλικία των 25 ετών, έχει διαμορφωθεί πλήρως η κοινωνική έκφραση της προσωπικότητάς μας. Έρευνες έχουν δείξει ακόμα, ότι τα βασικά γνωρίσματα της προσωπικότητάς μας που αναπτύσσονται μέχρι την πρώιμη ενήλικη ζωή δεν αλλάζουν. Παρόλα αυτά κάποιοι άνθρωποι καταφέρνουν να αλλάξουν.

 

Πώς γίνεται αυτό;

Μπορούμε να σκεφτούμε κάποια πιθανά σενάρια.

Με την πάροδο της ηλικίας, βλέπουμε τον κόσμο διαφορετικά – δεν ασκούμε μόνο εμείς επίδραση στο περιβάλλον, αλλά και το περιβάλλον ασκεί επίδραση σε εμάς. Μετά από κάποια ηλικία, για παράδειγμα, είναι πιο δύσκολο να συνάψουμε διαπροσωπικές σχέσεις, όχι γιατί έχουμε γίνει πιο εσωστρεφείς ή ντροπαλοί (δύο γνωρίσματα που λανθασμένα συγχέονται), αλλά γιατί μάλλον γινόμαστε πιο επιλεκτικοί – οι ανοχές μας απέναντι σε συμπεριφορές μη ταιριαστές σε μας μειώνονται και μαθαίνουμε να δίνουμε σημασία σε έναν περιορισμένο αριθμό πραγμάτων που έχουν αληθινά αποδεδειγμένη αξία για εμάς. Έτσι γλιτώνουμε χρόνο (κάτι πολύ σημαντικό στις μέρες μας) και ο δείκτης ποιότητας της ζωής μας ανεβαίνει. Πέρα όμως από την αναμενόμενη συναισθηματική ωρίμανση που επιφέρει η πάροδος των ετών, η άγνωστη ιστορία του “πατέρα” της Αμερικάνικης Ψυχολογίας William James (1842-1910) έχει να μας διδάξει πολλά για την διεργασία της αλλαγής που γίνεται εν πλήρη συνειδήσει.

O William James ήταν γόνος πλούσιας οικογένειας, αλλά από πολύ μικρή ηλικία υπέφερε από σοβαρά προβλήματα υγείας που πολλές φορές δεν του επέτρεπαν να είναι σωματικά λειτουργικός μέσα στην καθημερινότητά του. Σε όλη την πορεία της ζωής του καταπιάστηκε με πολλά πράγματα – ασχολήθηκε με την ζωγραφική, σπούδασε Ιατρική αλλά δεν την άσκησε ποτέ και συμμετείχε σε μία ερευνητική αποστολή στην Βραζιλία, με κίνδυνο να χάσει την ζωή του λόγω της ήδη επιβαρυμένης υγείας του. Στο τέλος τα παράτησε, αφενός γιατί δεν έβρισκε κάτι που να του ταιριάζει και αφετέρου γιατί δεν είχε καταφέρει κάτι αξιόλογο σε καμία από τις ενασχολήσεις του. Ανέπτυξε κατάθλιψη και λόγω της πίεσης που δεχόταν από την οικογένειά του (ο πατέρας του είχε δαπανήσει πολλά χρήματα για αυτόν, χωρίς αποτέλεσμα και ο αδερφός του ήταν πασίγνωστος νομπελίστας συγγραφέας που γνώριζε παγκόσμια επιτυχία), έφτασε στο σημείο να θέλει να αυτοκτονήσει.

Εκείνη την στιγμή όμως αποφάσισε να διεξάγει ένα ψυχολογικό πείραμα. Αποφάσισε να σκεφτεί σοβαρά ότι για την κατάστασή του ήταν αποκλειστικά υπεύθυνος ο ίδιος, καθώς και ότι αν, μετά από έναν χρόνο, παρέμενε στην ίδια κατάσταση μετά από τις προσπάθειες που θα κατέβαλε για να την αλλάξει, δεν θα υπήρχε σωτηρία για αυτόν – και θα αυτοκτονούσε. Μετά από αυτό το «πείραμα», ο William James, που θα γινόταν αργότερα ένας από τους πιο γνωστούς διανοητές της ανθρωπότητας, άρχισε να κάνει τα πρώτα του βήματα προς αυτό που γνωρίζουμε όλοι σήμερα. Τι άλλαξε λοιπόν;

Άλλαξε η σκέψη για την κατάστασή του. Είπε ότι αν είμαι εγώ 100% υπεύθυνος για την κατάστασή μου, είμαι 100% υπεύθυνος και για να αλλάξω αυτήν την κατάσταση. Μετά άλλαξε το συναίσθημά του για αυτήν την κατάσταση – σταμάτησε να λυπάται τον εαυτό του. Και τέλος προχώρησε στην πράξη – άλλαξε στάση και συμπεριφορά.

Το παράδειγμα του William James μπορεί να μας φαίνεται ως κάτι σπάνιο και εξαιρετικό που παρατηρείται μόνο σε χαρισματικούς ανθρώπους, αλλά υπάρχουν και πιο κοινά σε εμάς παραδείγματα που κρύβουν μια παρόμοια διδαχή.

Για παράδειγμα, έρευνες που έχουν γίνει σε άτομα που έχουν χάσει την εργασιακή τους θέση, δείχνουν ότι οι ‘πρώην’ εργαζόμενοι που εστιάζουν στο γεγονός της απώλειας έχουν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να βρουν μια νέα εργασιακή θέση, σε σύγκριση με αυτούς που εστιάζουν πρακτικά στον σχεδιασμό των επόμενων βημάτων που θα κάνουν ώστε να βρουν ξανά δουλειά. Σίγουρα δεν έχουμε τον έλεγχο των πραγμάτων που μπορούν να συμβούν στην ζωή μας, αλλά είμαστε ικανοί να ελέγξουμε το πώς θα σκεφτούμε και θα νιώσουμε για όσα συμβαίνουν σε εμάς και γύρω από εμάς.

Όπως έλεγε ο James: «η μεγαλύτερη επανάσταση στη ζωή μου ήταν η αποκάλυψη ότι οι άνθρωποι μπορούν να αλλάξουν τα εξωτερικά γνωρίσματα της ζωής τους, αλλάζοντας τη νοοτροπία τους».


Γράφει:
ο Γιώργος Κουντουράς – Ψυχολόγος

Επιμέλεια: Πόπη Μάλεση – B.A, M.A Psychology

 

Βιβλιογραφία

Cervone, D. and Pervin, L. (2014). Personality psychology. Singapore: Wiley.

Dweck, C. S. (2008). Can personality be changed? Current Directions in Psychological Science, 17(6), 391-394.

Roberts, B. and Mroczek, D. (2008). Personality Trait Change in Adulthood. Current Directions in Psychological Science, 17(1), pp.31-35.

Simon, L. (1998). Genuine Reality: The Life of William James. New York: Harcourt, Brace & Company.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *