Ο Σίγκμουντ Φρόυντ ήταν αυτός που θεμελίωσε την ψυχαναλυτική σχολή στον τομέα της ψυχολογίας και καθιέρωσε την μέθοδο της ψυχανάλυσης ως μέσο θεραπείας των ψυχικών παθήσεων. Μελέτησε και προσδιόρισε έννοιες όπως το ασυνείδητο, τα ένστικτα, την απώθηση και την παιδική σεξουαλικότητα.
του Νίκου Παγίδα – Εργοθεραπευτής
Πίστευε ότι, όταν εξηγούμε τη συμπεριφορά μας στον εαυτό μας ή σε άλλους (μια συνειδητή νοητική δραστηριότητα), σπάνια δίνουμε την πραγματική περιγραφή των κινήτρων μας (έναν πραγματικό απολογισμό των κινήτρων). Αυτό δεν οφείλεται στο ότι οι άνθρωποι είναι σκόπιμα ψεύτες,αν και είναι πολύ ικανοί στο να εξαπατούν τους άλλους, είναι ακόμα πιο έμπειροι στην αυτο-εξαπάτηση. Η τάση για ορθολογικές και αποδεκτές (ηθικές – κοινωνικές) εξηγήσεις της συμπεριφοράς μας, συχνά σκιάζει, τους πραγματικούς μας λόγους (αιτίες).
Έτσι, το έργο ζωής του κυριαρχείται από τις προσπάθειές του να βρει τρόπους να διεισδύσει σε αυτό το συχνά λεπτό και πολύπλοκο καμουφλάζ που αποκρύπτει την δομή και τις διαδικασίες που δρομολογεί η προσωπικότητα για να “υπάρχει”, μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον που ζεί.
Από μικρή ηλικία ξεκίνησε να μελετά τη Βίβλο, γεγονός που τον επηρέασε καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ήταν αντίθετος με όλους τους θρησκευτικούς κανόνες. Το 1881 ολοκληρώνει τις διδακτορικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης. Παρότι η έρευνα ήταν αυτή που τον είχε κερδίσει, αναγκάστηκε να εργαστεί στο Γενικό νοσοκομείο της Βιέννης, για να μπορεί να συντηρεί οικονομικά το γάμο του με την Μάρθα Μπέρναυς. Οι μελέτες, σχετικά με την κλινική χρήση της κοκαΐνης, που πραγματοποίησε όσο εργαζόταν εκεί, του έδωσαν την δυνατότητα να εκδώσει το «Περί κοκαΐνης» (1885).
Το 1885, διορίζεται ως υφηγητής στο τμήμα Νευροπαθολογίας του Πανεπιστημίου της Βιέννης όπου συνεργάστηκε με τον διακεκριμένο γιατρό Γιόζεφ Μπρόιερ. Η συνεργασία τους αποδείχθηκε καταλυτική. Οι δυο τους εξέδωσαν το «Μελέτες για την Υστερία» (1895), έργο από το οποίο θεωρείται πως αναδύθηκε η «ψυχανάλυση». Σημαντική θεωρείται η σύλληψη του οιδιπόδειου συμπλέγματος (1897), το οποίο υποδηλώνει την αγάπη κάθε παιδιού για τον ένα γονιό και τη ζηλότυπη εχθρότητα προς τον άλλο. Το 1899 εκδόθηκε το κορυφαίο ίσως βιβλίο του, ”Η Ερμηνεία των Ονείρων”, με θέμα τη διερεύνηση του ονείρου ως εκπλήρωση μίας επιθυμίας. Το 1904 εκδίδει το ”Για την ψυχοπαθολογία της καθημερινής ζωής”. Το 1905 ακολουθεί το ” Τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας”. Το 1920 ολοκλήρωσε τη συγγραφή του ”Πέραν της αρχής της ηδονής”, όπου εξέφραζε τη σχέση της ζωής με το θάνατο. Το 1930 εκδόθηκε το βιβλίο ”Η δυσφορία στον πολιτισμό”, στο οποίο προσπάθησε να εκθέσει το αίσθημα της ενοχής ως σπουδαίο πρόβλημα στην εξέλιξη του πολιτισμού.
Το έργο του Φρόυντ δέχθηκε πολλές επικρίσεις, τόσο για το περιεχόμενο (για πολλούς ήταν σκανδαλώδες), όσο και για τις μεθόδους μελέτης που χρησιμοποιούσε (χαρακτηρίζονταν ως υποκειμενικές, μη τεκμηριωμένες επιστημονικά). Η αναγνώριση άργησε να έρθει. Το 1908 πραγματοποιήθηκε στο Σάλτσμπουργκ, ένα διεθνές συνέδριο που ονομάστηκε ”Συνάντηση για τη Φροϋδική Ψυχολογία”, συμμετείχαν 42 σύνεδροι που ασκούσαν ή άσκησαν αργότερα την ψυχανάλυση. Η συνάντηση αυτή θεωρείται μία από τις πρώτες δημόσιες αναγνωρίσεις του έργου του. Το 1909 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Κλαρκ της Μασαχουσέτης, γεγονός που ο ίδιος χαρακτήρισε ως «πρώτη επίσημη αναγνώριση» των προσπαθειών του.
Το 1923, ο Φρόυντ ανακάλυψε έναν καρκινώδη όγκο στη δεξιά πλευρά του ουρανίσκου, τον οποίο αφαίρεσε. Ακολούθησαν θεραπείες και πολλές εγχειρήσεις. Εξέπνευσε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1939 από υπερβολική δόση μορφίνης.
Οι θεωρητικές προσεγγίσεις και οι τεχνικές θεραπείας που ανέπτυξε, θεωρήθηκαν ιδιαίτερα σημαντικές και πρωτοπόρες. Μέχρι και σήμερα αποτελούν πεδίο προβληματισμού και αντιπαραθέσεων. Ο Φρόυντ, “ο βιολόγος της ψυχής” (όπως αποκαλούσε τον εαυτό του), επηρέασε εκτός από την ψυχολογία και την ψυχιατρική, την ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία, την φιλοσοφία και τις τέχνες.
Γράφει: ο Νίκος Παγίδας – Εργοθεραπευτής
Πηγή:
https://www.simplypsychology.org/