Η ετήσια έκθεση της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) περιλαμβάνει προτάσεις για την ενίσχυση της σχολικής ετοιμότητας των νηπίων, ειδικά όσων ενδέχεται να παρουσιάζουν δυσκολίες.
Κύρια σημεία της έκθεσης:
Εκτίμηση Σχολικής Ετοιμότητας:
Προτείνεται η σύσταση ειδικής τριμελούς επιτροπής σε κάθε Διεύθυνση Εκπαίδευσης.
Η επιτροπή θα απαρτίζεται από τον Επόπτη Ποιότητας, έναν Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής, και έναν σχολικό ψυχολόγο ή μέλος του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.
Σκοπός της είναι η αξιολόγηση της σχολικής ετοιμότητας νηπίων που υποδεικνύουν οι Νηπιαγωγοί, χρησιμοποιώντας κατάλληλα εργαλεία.
Διαδικασία και Κριτήρια:
Οι Νηπιαγωγοί θα ειδοποιούνται τον Μάρτιο να υποβάλουν ονόματα παιδιών που πιθανώς χρήζουν υποστήριξης.
Η αξιολόγηση θα περιλαμβάνει κριτήρια όπως γλωσσική και γνωστική ανάπτυξη, κοινωνικο-συναισθηματικές δεξιότητες και αυτορρύθμιση.
Η απόφαση της επιτροπής προτείνεται να είναι δεσμευτική, με δυνατότητα έγγραφης αποδοχής ή απόρριψης από τους γονείς.
Το σχετικό απόσπασμα της έκθεσης:
Προεκτίμηση Σχολικής Ετοιμότητας σε Νήπια με Ενδεχόμενες Δυσκολίες
Εκφράστηκε και αιτιολογήθηκε ήδη η θέση ότι είναι τουλάχιστον προβληματικό να ομιλούμε για ακώλυτη εγγραφή μαθητών στην Πρώτη τάξη Δημοτικού με βάση την
ημερομηνία γέννησης, αντιστοιχίζοντας αυτομάτως την ηλικία με τη γνωστική, γλωσσική και κοινωνική ωριμότητα και την «σχολική ετοιμότητα» στο επίπεδο που απαιτούν οι
μαθησιακές διαδικασίες της Πρώτης τάξης Δημοτικού.
Άλλωστε παρόμοιες δυνατότητες, αλλά και υποχρεώσεις ορίζει το άρθρο 23 του νόμου 4559/2018, οι όροι του οποίου όμως πρέπει να διαφοροποιηθούν στο πνεύμα της πρότασης. Σε αυτό
συμβάλλει και η ύπαρξη σχετικών εργαλείων που μπορεί να αξιοποιήσει η Νηπιαγωγός (Θωμαΐδου και Μαντούδης 2006· Ράλλη και Μαριδάκη-Κασσωτάκη 2012) ή και η αρμόδια επιτροπή που έχει μεγαλύτερο κύρος, αναγκαίο για την ακρίβεια των διαγνώσεων και τη βαρύτητα των προτάσεων.
Προτείνεται, λοιπόν, να ορισθεί σε κάθε Διεύθυνση Εκπαίδευσης, με εισήγηση του Περιφερειακού Επόπτη Ποιότητας και απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης, ειδική επιτροπή ανά Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης αποτελούμενη από τον Επόπτη Ποιότητας της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας, έναν Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και ένα επιπλέον μέλος, κατά προτίμηση από το ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. ή/και σχολικό Ψυχολόγο. Η Επιτροπή αυτή θα αξιολογεί βασικές παραμέτρους της «σχολικής ετοιμότητας» όσων νηπίων προτείνονται από τους Νηπιαγωγούς, αξιοποιώντας ήδη διαθέσιμα εργαλεία.
Οι Νηπιαγωγοί θα καλούνται τον Μάρτιο μήνα από τη Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης να αποστείλουν ονόματα νηπίων που θεωρούν ότι ενδέχεται να αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε τομείς που είναι σημαντικοί για την ανταπόκριση τους στις απαιτήσεις της Πρώτης τάξης Δημοτικού. Αναφερόμενοι στην κατηγορία υψηλού κινδύνου νηπίων, οι Κορακάκη, Μανωλίτσης και Τάφα (2024), σε σχετική έρευνά τους,
επισημαίνουν: «Στο πλαίσιο της πρόληψης, της έγκαιρης ανίχνευσης και της υποστήριξης παιδιών που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου κρίνεται επωφελής η
αξιολόγηση της επίδοσης όλων των παιδιών σε ένα φάσμα δεξιοτήτων αναδυόμενου γραμματισμού στο τέλος του πρώτου έτους της υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης καθώς και στην έναρξη και στη μέση του δευτέρου έτους (Hamilton,2020)».
Σε σχετική τους έρευνα οι Pan et al. (2019) αξιοποίησαν τα κριτήρια «υγεία, αυτορρύθμιση, κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη, γλωσσική ανάπτυξη, γνωστική ανάπτυξη και προσεγγίσεις στη μάθηση» (βλ. και Τσαούση 2023:59). Ο περιορισμός στα μαθησιακά κριτήρια Γλώσσας και Μαθηματικών επ΄ ουδενί δεν επαρκούν (Pretti- Frontczak 2014). Απαιτούνται και τα κριτήρια κοινωνικο-συναισθηματικής ανάπτυξης των μαθητών, που συμπεριλαμβάνονται στην έννοια της «σχολικής ετοιμότητας». Είναι αυτονόητο ότι το επίπεδο και την πλήρωση των εν λόγω προϋποθέσεων θα τον
κρίνει η αρμόδια επιτροπή με τις διαδικασίες και τα εργαλεία που θα καθοριστούν.
Επομένως, η τριμελής αυτή επιτροπή με σχετικές διαδικασίες και κατάλληλα εργαλεία και κριτήρια θα εξετάζει τις προτεινόμενες περιπτώσεις. Προτείνεται, λοιπόν, η απόφαση της επιτροπής των ειδικών να είναι δεσμευτική και να μην υπόκειται στη συγκατάθεση των γονέων. Οι τελευταίοι, επειδή κατά κανόνα δεν διαθέτουν τις επιστημονικές γνώσεις και δεν έχουν ως μέτρο σύγκρισης συνομηλίκους,
δύσκολα αποδέχονται τέτοιες αποφάσεις. Ωστόσο, στη συνέχεια, σε επόμενες τάξεις, όταν καθίστανται εμφανείς οι μαθησιακές δυσχέρειες, οι ίδιοι αιτούνται εκ των υστέρων την παροχή εξειδικευμένης υποστήριξης των παιδιών τους.
Σε κάθε περίπτωση, αφού τους εξηγηθεί ότι η επιτροπή προτείνει την ένταξη του παιδιού σε ένα πρόγραμμα στήριξης για το επόμενο έτος στο πλαίσιο του Νηπιαγωγείου, πρέπει να κληθούν
εγγράφως να δηλώσουν την αποδοχή ή την απόρριψη του προγράμματος. Προφανώς το αυξημένο ποσοστό γνωματεύσεων για Παράλληλη Στήριξη συνηγορεί υπέρ της υπό συζήτηση πρότασης ή άλλων εναλλακτικών, οι οποίες θα εστιάζουν στην έγκαιρη και προληπτική εφαρμογή εκπαιδευτικών παρεμβάσεων προς όφελος των μαθητών.
Αναφορικά με το πρόγραμμα της «επαναληπτικής τάξης», κρίνεται αναγκαία η διαμόρφωση προτάσεων από ειδικούς σχετικά με το εξειδικευμένο πρόγραμμα σπουδών, βάσει και της γνωμάτευσης της τριμελούς Επιτροπής και με εξατομικευμένες παρεμβάσεις κατά περίπτωση. Σημειωτέον σημαντικό ποσοστό του απαιτούμενου εκπαιδευτικού προσωπικού για την εν λόγω περίπτωση νηπίων, δύναται να προέλθει
από το προσωπικό Παράλληλης Στήριξης το οποίο θα απαιτηθεί στην Πρώτη Δημοτικού, εάν τελικά δεν εφαρμοσθούν οι ανωτέρω προληπτικές προτάσεις. Τέλος, επισημαίνεται ότι η «σχολική ετοιμότητα» δεν περιορίζεται μονομερώς στους μαθητές, αλλά επεκτείνεται τόσο στο οικογενειακό περιβάλλον όσο και στη σχολική μονάδα και τις εφαρμοζόμενες πρακτικές (Τσαούση κ. άλ. 2032:292), για τις οποίες
γίνεται λόγος σε άλλο σημείο.
Ολόκληρη η έκθεση εδώ…
Περισσότερα νέα Συλλόγων – Φορέων – ΜΚΟ
Πηγή: adippde.gr