Συχνά γίνεται λόγος για τις παρενέργειες των ψυχοφαρμάκων, αλλά λίγα έχουν ειπωθεί για το γεγονός ότι η ψυχοθεραπεία ενδεχομένως να κάνει κάποια άτομα να αισθάνονται χειρότερα από πριν. Παρόλο που οι διαθέσιμες πληροφορίες ερευνών είναι λίγες, οι ερευνητές υπολογίζουν ότι 5 με 10 τοις εκατό των πελατών ψυχοθεραπείας υφίστανται χειροτέρευση των συμπτωμάτων τους.
Στο θέμα αυτό αναφέρεται το άρθρο του Κρίστιαν Τζάρετ (Dr. Christian Jarrett, ψυχολόγος – εκδότης – συνεργάτης των εκδόσεων του BPS).
Αυτή τη περίοδο, μια μελέτη του Βρετανικού Περιοδικού Ψυχιατρικής (The British Journal of Psychiatry) έχει δημοσιεύσει περαιτέρω στοιχεία, από την σκοπιά των πελατών, σχετικά με την επικράτηση ανεπιθύμητων ενεργειών θεραπείας. Ένας στους 20 χιλιάδες συμμετέχοντες δήλωσαν ότι υπέστησαν “διαρκή αρνητικά αποτελέσματα” από τη θεραπεία.
Ο Μάικ Κράουφορντ (Mike Crawford) και οι συνάδελφοί του μελέτησαν τις μαρτυρίες περίπου 15.000 ατόμων που εκείνη τη χρονική περίοδο ελάμβαναν ή είχαν μόλις ολοκληρώσει θεραπεία στα εξωτερικά ιατρεία για κατάθλιψη ή άγχος μέσω του Εθνικού Συστήματος Υγείας της Αγγλίας και Ουαλίας. Από τους 14,270 ερωτηθέντες σχετικά με τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες θεραπείας, οι 763 δήλωσαν ότι συμφωνούν απόλυτα ή εν μέρει ότι η θεραπεία τους είχε διαρκείς αρνητικές επιπτώσεις. Κατά τους ερευνητές, το ποσοστό αυτό αποτέλεσε “σημαντική μειοψηφία”.
Η πιο κοινή μορφή θεραπείας ήταν η Γνωσιακή Συμπεριφορική Θεραπεία, άλλες θεραπείες που έλαβαν οι ασθενείς ήταν η Ψυχοδυναμική Θεραπεία, η Συμβουλευτική και η Θεραπεία Εστιασμένη στη Λύση (Solution-Focused Therapy). Η έρευνα έδειξε ότι καμιά θεραπεία δεν σχετίζεται με αρνητικά αποτελέσματα. Ωστόσο, οι συμμετέχοντες που ήταν αβέβαιοι για τη μορφή της θεραπείας που έλαβαν ή που ανέφεραν ότι έλαβαν “άλλη” μορφή θεραπείας η οποία δεν αναφέρεται στην παρούσα μελέτη, ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν αρνητικά αποτελέσματα από αυτούς που δήλωσαν ότι δεν είχαν λάβει επαρκή πληροφόρηση για την θεραπεία πριν την ξεκινήσουν.
Συμμετέχοντες προερχόμενοι από εθνικές και σεξουαλικές μειοψηφίες ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν διαρκή αρνητικά αποτελέσματα. Οι ερευνητές δεν έχουν εξήγηση γι’ αυτή την κατάσταση και σημειώνουν την ανάγκη έμφασης στην “πολιτιστική επίγνωση”, κατά την εκπαίδευση θεραπευτών.
Οι ανεπιθύμητες ενέργειες της ψυχοθεραπείας είναι δύσκολο να μελετηθούν – μεταξύ άλλων, είναι πάντα πιθανόν ότι κάποιο σύμπτωμα μπορεί να χειροτερεύσει έτσι κι αλλιώς και φυσικά μπορεί και να υπάρξει ταχύτερη καλυτέρευση κάποιου συμπτώματος, χωρίς θεραπεία. Σχεδόν όλοι οι ψυχολόγοι συμφωνούν ότι οι ανεπιθύμητες ενέργειες θεραπείας αποτελούν ένα πραγματικό ρίσκο και πρέπει να γνωρίζουμε τη συχνότητα εκδήλωσής των ανεπιθύμητων ενεργειών θεραπείας ώστε για να μειώσουμε την πιθανότητα να εμφανιστούν. Έτσι, η παρούσα μελέτη περιλαμβάνει εύχρηστες πληροφορίες σε ένα σημαντικό θέμα.
Πράγματι, ο Κράουφορντ (Crawford) και η ομάδα του υποδεικνύουν ότι περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άτομα στην Αγγλία έχουν λάβει ψυχοθεραπεία για κοινές ψυχικές διαταραχές, των τελευταίων χρόνων, γεγονός που δηλώνει ότι βάσει νέων στοιχείων “χιλιάδες άνθρωποι ενδεχομένως να έχουν υποστεί ανεπιθύμητες ενέργειες θεραπείας”.
Οι ερευνητές συμβουλεύουν ότι “οι κλινικοί ιατροί που παρέχουν ψυχολογικές θεραπείες πρέπει να βεβαιωθούν ότι οι ασθενείς έχουν λάβει επαρκή πληροφόρηση πριν την έναρξη της θεραπείας. Επιπλέον οι γιατροί οφείλουν να παίρνουν την συγκατάθεση του ασθενή για τη θεραπεία που πρόκειται να υποβληθεί βεβαιώνοντας ότι οι ασθενείς έχουν επίγνωση του πιθανού θετικού και αρνητικού αντίκτυπου της θεραπείας”.
Μετάφραση: Εμμανουέλα Σκαλίδη – Καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας
Επιμέλεια: Πόπη Μάλεση – B.A, M.A Psychology