Αυτό που δείχνουμε στους άλλους, αυτά που μας έχουν μάθει, είναι πραγματικά αυτό που είμαστε; Πώς μπορεί ένας ξένος για σένα τόπος να σε κάνει δικό του, να σε κάνει να τον αγαπήσεις, με τα σκοτάδια και τις αντιθέσεις του;
του Βαγγέλη Καρατζά – Πατέρας παιδιού στο Φάσμα του Αυτισμού
Ο Ιρανικής καταγωγής σκηνοθέτης Σιαμάκ Ετεμάντι κάνει ένα εντυπωσιακό κινηματογραφικό ντεμπούτο, με την ταινία «Παρί» (Pari) του 2020 και μας δείχνει την Αθήνα, όπως την ζει εδώ και 25 χρόνια, μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας που έχει το όνομα της μητέρας του.
Η Παρί και ο Φαρόκ είναι ένα ζευγάρι από το Ιράν που ήρθε στην Αθήνα να επισκεφτεί τον γιο του Μπαμπάκ, μετά από δύο χρόνια σπουδών του στο Πολυτεχνείο Όμως ο Μπαμπάκ δεν εμφανίζεται ποτέ και αρχίζει μία αγωνιώδης αναζήτηση σε ένα αλλόκοτο, για τους γονείς του, κόσμο…
Πολιτισμικό σοκ…
Το ζευγάρι που δεν έχει φύγει ποτέ έξω από το Ιράν αναγκάζεται, σε μία τεράστια και χαοτική πόλη που συνταράσσεται από επεισόδια μεταξύ αστυνομικών και αντιεξουσιαστών, να βρεθεί αντιμέτωπο με μία δύσκολη αλήθεια: Ο γιος τους δεν είναι αυτό που νόμιζαν. Σαστισμένοι σε μια χώρα με περίεργη γλώσσα και ανθρώπους βλέπουν μια άλλη Αθήνα.
Παλιές πολυκατοικίες, το Πολυτεχνείο γεμάτο αφίσες, γκράφιτι παντού, στενά βρώμικα και σκοτεινά, η απειλητική φιγούρα ενός αδέσποτου σκύλου, δακρυγόνα και μολότοφ στα Εξάρχεια, όλα αυτά είναι αρκετά για να προκαλέσουν πολιτισμικό σοκ στο ζευγάρι.
Παρί και Φαρόκ…
Η Παρί βρίσκει στα πράγματα του Μπαμπάκ ένα πανέμορφο ποίημα του Τζελαλεντίν Ρουμί (ποιητή του 13ου αιώνα) που μιλάει για φωτιά και κρασί και σηματοδοτεί την αλλαγή που έκανε στη ζωή του ο γιος τους. Την αλλαγή που πάντα επιθυμούσε αλλά ποτέ δεν μπορούσε να κάνει η μητέρα του.
Παντρεμένη με έναν πολύ μεγαλύτερο άντρα, έναν άνθρωπο αφοσιωμένο στην παράδοση, στους κανόνες και στο καθήκον- που ο ίδιος παραδέχεται ότι δεν φτάνει για να γίνει κάποιος καλός πατέρας. Ακόμα και το σεξ είναι διαδικαστικό, ένα καθήκον που πρέπει να επιτελέσει η Παρί για να ευχαριστήσει τον άνθρωπο που μεγάλωσε το παιδί της. Όταν ο Φαρόκ δείχνει την κούραση και την δυσαρέσκειά του από τον άκαρπη έρευνά τους, η Παρί αποφασίζει θαρραλέα να συνεχίσει με κάθε κόστος.
Εικόνα που γίνεται ποίηση, ποίηση που γίνεται εικόνα…
Είναι τόσο αποφασισμένη που πέφτει κυριολεκτικά στη φωτιά. Η ταινία απεικονίζει ίσως τα πιο ρεαλιστικά επεισόδια που έχετε δει στο κινηματογράφο. Ο σκηνοθέτης και το συνεργείο του για αρκετους μήνεςέγιναν μάρτυρες συγκρούσεων μεατξύ αστυνομίας και αντιεξουσιαστών για να αντλήσουν υλικό για τα γυρίσματα που έγιναν στα Εξάρχεια, όπου είναι και το σπίτι του εδώ και 25 χρόνια. Οι στίχοι του ποιήματος που βρήκε η Παρί γίνονται πραγματικότητα.
Πόσο περίεργη και δυνατή ταυτόχρονα η εικόνα μιας γυναίκα με τσαντόρ να τρέχει ανάμεσα σε μολότοφ στην Αθήνα..
Το τσαντόρ αρπάζει φωτιά και αυτό γίνεται η αρχή της αλλαγής της Παρί. Αποκαλύπτεται, σιγά σιγά, ο πραγματικός της εαυτός. Κάθε τραυματική εμπειρία στην ταινία βγάζει κάτι από πάνω της, της αφαιρεί όλα αυτά που την κρύβουν.
Δεν είναι μόνο η μαντήλα, το τσαντόρ ή το μακρύ παλτό… Είναι τα πρέπει και η θέση που είχε οριστεί από τους άλλους να έχει στη ζωή της που φεύγουν από πάνω της. Το πιο όμορφο και δυναμικό πρόσωπό της, το δείχνει μετά από την πιο δύσκολη και άσχημη εμπειρία της οπού καλείται να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Στο πρόσωπο της Ιρανογερμανής πρωταγωνίστριας ο σκηνοθέτης βλέπει το πρόσωπο της μητέρας του που πρόλαβε να δει το Ιράν με ένα πιο ελεύθερο τρόπο ζωής, πριν την επανάσταση.
Το φως στα πιο περίεργα μέρη…
Η Αθήνα που βλέπουν οι τουρίστες ή οι επαρχιώτες επισκέπτες της δεν έχει σχέση με αυτό που βλέπουμε εδώ. Οι άστεγοι και οι τοξικοεξαρτημένοι του κέντρου, σεξεργάτριες που πηγαίνουν με λάντζες στα βαπόρια στον Πειραιά, μία Ιρανική προτεσταντική εκκλησία, ένα πάρτι αναρχικών, οίκοι ανοχής και ένας πρόχειρος καταυλισμός στο πάρκο φτιάχνουν ένα περίεργο παζλ που δεν είναι ακριβώς και υλικό για προωθητική καμπάνια του ΕΟΤ.
Όμως είναι η Ζωή, η παράτολμη μαυροφορεμένη κοπέλα που τρέχει να γλιτώσει από τους αστυνομικούς που δίνει στην Παρί την ευκαιρία να δει πώς είναι να είσαι μία ανεξάρτητη και τολμηρή γυναίκα.
Είναι το σκυλί στο σκοτεινό στενό που την εκπλήσσει με την τρυφερότητά του… Τέλος, μία γυναίκα που θα λιθοβολούνταν στο Ιράν για το τρόπο ζωή της, είναι αυτή που της δίνει την ευκαιρία να μάθει, όχι μόνο για το γιο της αλλά για το πώς την βλέπουν οι άλλοι.
Ένα πραγματικό ταξίδι αυτογνωσίας…
Όσο κοινότυπο και να ακούγεται, ο μοναδικός τρόπος για πολλούς από μας να καταφέρουμε να αλλάξουμε σε κάτι, που είναι πλησιέστερο σε αυτό που χρειαζόμαστε και θέλουμε, είναι να χάσουμε ή να απαλλαγούμε από όλα αυτά που μας δεσμεύουν από το παρελθόν μας. Στην ταινία αυτό γίνεται είτε με τη μετανάστευση όπως έγινε με τον Μπαμπάκ είτε με κάποια μορφή απώλειας, όπως αυτή που βιώνει η Παρί.
Όπως και να το δούμε το να καταφέρει κάποιος να γνωρίσει τον εαυτό του και να αλλάξει, όπως και στην ταινία έτσι και στην πραγματικότητα, είναι μία αρκετά οδυνηρή αλλά τελικά απαραίτητη διαδικασία.
Όλη η ταινία ένα πρόσωπο…
Ο Ετεμάντι έχει στήσει όλη την ταινία πάνω στο πρόσωπό της Μελίκα Φορουτάν (που υποδύεται την Παρί) και εκείνη τα καταφέρνει περίφημα. Από τον καταναγκασμό, την υποταγή και τον πόνο στη δύναμη και στην συνειδητοποίηση, είναι ένα ταξίδι που μας μεταφέρει η Φορουτάν με τις εκφράσεις της, ακόμα και με τον τρόπο που κινείται. Ευχάριστη έκπληξη είναι και το ελληνικό καστ: η πάντα καλή Σοφία Κόκκαλη στο ρόλο της Ζωής (Digger. Σελήνη, 66 ερωτήσεις), ο Αργύρης Πανταζάρας σε ένα σύντομο αλλά πολύ χαρακτηριστικό ρόλο και η Λένα Κιτσοπούλου με την καταλυτική ευθύτητα της..