Η Αλίκη άνοιξε την πόρτα και ανακάλυψε ότι οδηγούσε σ’ έναν μικρό διάδρομο διόλου μεγαλύτερο απ’ ό,τι το άντρο ενός κουνελιού: γονάτισε χάμω και κοιτάζοντας μέσα απ’ τον διάδρομο αντίκρισε το ωραιότερο περιβόλι που μπορεί να φανταστεί κανείς. Πόσο λαχταρούσε να ξεφύγει από τούτον τον ανήλιαγο διάδρομο και να περιπλανηθεί ανάμεσα σ΄ εκείνα ‘κει τα παρτέρια με τα πολύχρωμα άνθη και τα δροσερά σιντριβάνια! Αλλά δεν χωρούσε να περάσει ούτε καν το κεφάλι της απ’ το κατώφλι της πόρτας. «Μα έστω κι αν το κεφάλι μου χωρούσε» σκέφτηκε η Αλίκη «δεν θα ωφελούσε σε τίποτα δίχως τους ώμους μου. Αχ, πόσο θα ΄θελα να μπορούσα να διπλώνω όπως τα τηλεσκόπια! Θαρρώ, θα το κατόρθωνα, αρκεί μόνο να ΄ξερα πώς να κάνω την αρχή». Γιατί, όπως βλέπετε, της είχαν συμβεί τόσα πολλά και απίθανα πράγματα, που η Αλίκη είχε αρχίσει να πιστεύει ότι, το δίχως άλλο, πολύ λίγα πράγματα στον κόσμο είναι ολωσδιόλου ακατόρθωτα.
Της Τσώνη Ρωξάνη Ψυχολόγος, απόφοιτη του ΕΚΠΑ.Τα τελευταία 2 έτη εργάζεται στον τομέα της ειδικής αγωγής
Η Αλίκη, επιθυμούσε να διπλώσει ως τηλεσκόπιο για να γνωρίσει τον κόσμο. Έναν κόσμο όμορφο, με παρτέρια και πολύχρωμα λουλούδια, στον οποίο η ίδια δεν κατάφερνε να έχει πρόσβαση. Δεν κατάφερνε όχι επειδή δεν είχε την πρόθεση, αλλά επειδή δεν ένιωθε πως χωράει. Και πράγματι. Η σωματική της διάπλαση δεν της το επέτρεπε.
Μερικές φορές, ο κόσμος φαντάζει τόσο μακριά, όσο φάνταζε και η μικρή πόρτα στα μάτια της Αλίκης. Πολλές φορές νομίζουμε πως ένας άνθρωπος που φαινομενικά δεν γνωρίζει τα παρτέρια και τα πολύχρωμα λουλούδια, δεν ενδιαφέρεται για αυτά. Όμως, στα μάτια του, ο καφές στο κέντρο της Αθήνας ή η δυνατή μουσική σε ένα πάρτι, η έξοδος με τους φίλους του, το σήκωμα από το κρεβάτι, το γέλιο, η αλληλεπίδραση, το φλερτ, ο έρωτας… είναι μικρές πόρτες, στις οποίες δεν μπορεί να χωρέσει.
Στο παραμύθι, η Αλίκη τρώει κέϊκ και πίνει φίλτρα προκειμένου να αλλάξει το ύψος της, ώστε να χωρέσει στην πόρτα. Μία γίνεται πιο μικροκαμωμένη και δεν μπορεί να πιάσει το κλειδί από το τραπέζι προκειμένου να ανοίξει, μία γίνεται πιο μεγάλη και πάλι δεν χωράει. Η πόρτα παραμένει στο ίδιο μέγεθος. Κάτι πάντα δεν θα χωράει. Δεν υπάρχουν οι τέλειες αναλογίες οι οποίες μας επιτρέπουν την πρόσβαση στις πόρτες του κόσμου.
Οι πόρτες είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα, το ξύλο τους, τα πόμολά τους, οι ασφάλειές τους και οι κλειδαριές τους, δημιουργήθηκαν από τις ανθρώπινες υπάρξεις. Οι πόρτες του κόσμου αρχίζουν να παίρνουν ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Μας απαγορεύουν, μας κρίνουν μας φωνάζουν, μας υπενθυμίζουν τι δεν μπορούμε να κάνουμε και όχι τι μπορούμε και αφήνουν μία μικρή χαραμάδα ανοιχτή, ώστε να βλέπουμε και τι χάνουμε εάν δεν είμαστε στα μέτρα τους. Οι πόρτες έγιναν κράτος, σχολείο, συντροφικές σχέσεις. Οι πόρτες υψώθηκαν πέρα από τον άνθρωπο, όπως σε μία καπιταλιστική κοινωνία τα υλικά πράγματα λαμβάνουν ανθρώπινη υπόσταση. Αυτό συμβαίνει μέχρι και με τις έννοιες.
Παραγωγικότητα, τεμπελιά, εύρεση επαγγέλματος, είναι έννοιες που δεν καθορίζονται πλέον από εμάς, αλλά καθορίζουν εμάς. Είναι πλέον οι έννοιες και τα κατασκευάσματα αυτά που μετατρέπονται σε αυστηρούς γονείς και μετέπειτα σε εσωτερικούς κριτές. Έτσι ξεχνάμε ότι χωρίς εμάς οι έννοιες αυτές δεν θα υπήρχαν καν. Και είναι πάντα εκεί, αφήνοντας μια μόνο μικρή χαραμάδα ώστε να βλέπουμε ότι πρέπει να αλλάξουμε μέγεθος για να μπούμε στα παρτέρια του κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο που η πόρτα στην ιστορία της Αλίκης είναι μικρότερη από το μέγεθός της. Η ίδια η Αλίκη είναι παραπάνω ψηλή απ’ ότι πρέπει, μόνο αν την συγκρίνουμε με το μικρό μέγεθος της πόρτας. Άνθρωποι με κινητικές δυσκολίες, άνθρωποι με ψυχικές διαταραχές, άνθρωποι με άγχος, άνθρωποι φοβισμένοι, άνθρωποι διαφορετικοί, κρίνονται στην πραγματικότητα «ανάπηροι» μόνο σε σχέση με τις κοντές πόρτες της κοινωνίας. Μπορούν να δουν μόνο μέσα από την κλειδαρότρυπα την ζωή που φαντάζονται και πολλές φορές αναγκάζονται να μειώσουν οι ίδιοι το ανάστημά τους για να μπούνε μέσα. Όμως, όπως η Αλίκη είχε αυξομειώσεις ύψους και ποτέ δεν κατάφερνε να μπει στο παρτέρι, έτσι και η οποιαδήποτε αλλαγή εκ μέρους μας, δεν είναι ποτέ αρκετή.
Πολλές φορές, τα μετάλλια, ο ηρωισμός, ο θαυμασμός, η απόδοση ψυχικού σθένους, φράσεις όπως «πόσο δυνατός είσαι που το περνάς αυτό», είναι περιττές.
Πολλές φορές το μόνο που χρειάζεται είναι να κατεβάσουμε τις ανθρώπινες κατασκευές από το βάθρο τους και να τις γκρεμίσουμε. Γιατί έτσι έχουμε όλοι καλύτερη θέα στα παρτέρια.
Γράφει: ΗΤσώνη Ρωξάνη -Ψυχολόγος, απόφοιτη του ΕΚΠΑ.Τα τελευταία 2 έτη εργάζεται στον τομέα της ειδικής αγωγής
Πηγή: https://recviem.gr/blog/i-aliki-stin-chora-ton-thavmaton-kai-i-syberilipsi/