Πρόσφατες μελέτες έχουν ρίξει φως στις ομοιότητες μεταξύ της αστικής ζωής και της ψύχωσης.
Η Νταϊάνα Κόουν (Diana Kwon) 20 Μαΐου, 2016, (επιστημονική συγγραφέας και κάτοχος μεταπτυχιακού στην νευροφυσική, από το πανεπιστήμιο MacGill, Καναδά), προσεγγίζει το θέμα αυτό, παρουσιάζοντας πρόσφατες μελέτες που ρίχνουν φως στην σύνδεση μεταξύ αστικής ζωής και ψύχωσης (ή και άλλων ψυχικών νοσημάτων).
Πολλοί παράγοντες, όπως το κοινωνικό περιβάλλον (π.χ ανισότητα και απομόνωση) καθώς και άλλοι εξωγενείς στρεσογόνοι παράγοντες (π.χ μόλυνση και ηχορύπανση) θα μπορούσαν να εξηγήσουν το πώς η πόλη υποβαθμίζει την ευημερία των αστών.
Η ζωή στην πόλη μπορεί να γίνει εξαντλητική…
Οι κάτοικοι των πόλεων έρχονται αντιμέτωποι με υψηλή εγκληματικότητα, μόλυνση, κοινωνική απομόνωση και άλλους εξωγενείς στρεσογόνους παράγοντες συγκριτικά με αυτούς που κατοικούν σε επαρχιακές περιοχές. Εδώ και πολλά χρόνια, μελέτες συνεχώς συνδέουν τον κίνδυνο εκδήλωσης σχιζοφρένιας με τον τρόπο ζωής στα αστικά κέντρα. Έως πρότινος, οι ερευνητές δεν είχαν κατανοήσει αυτόν τον συσχετισμό. Τώρα, που έχουν αρχίσει να κατανοούν αυτό το πρόβλημα, είναι επιτακτική η αντιμετώπισή του. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, το ποσοστό των ατόμων που κατοικούν στις πόλεις αναμένεται να αυξηθεί από 54% του παγκόσμιου πληθυσμού το 2014, σε 66% μέχρι το 2050.
Οι ερευνητές, το 1930, για πρώτη φορά αποφάνθηκαν ότι η αστική ζωή ενδεχομένως να αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης σχιζοφρένιας. Έκτοτε πολλές μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν αναφέρει την ως άνω συσχέτιση κυρίως σε Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Σουηδία και η Δανία. Οι υπάρχουσες συγκλίνουσες ενδείξεις από τις διάφορες έρευνες αποκαλύπτουν ότι μεγαλώνοντας στην πόλη διπλασιάζεται ο κίνδυνος ανάπτυξης ψύχωσης, μετέπειτα στη ζωή μας. Επιπλέον, τα αποτελέσματα των μελετών υποδεικνύουν ότι το αστικό περιβάλλον ενισχύει το κίνδυνο εκδήλωσης άλλων ψυχικών νοσημάτων όπως η κατάθλιψη και το άγχος.
Πολλοί παράγοντες θα μπορούσαν να εξηγήσουν το πώς η πόλη υποβαθμίζει την ευημερία των αστών. Κοινωνικοί παράγοντες, όπως η ανισότητα και η απομόνωση, και εξωγενείς στρεσογόνοι παράγοντες, όπως η μόλυνση και η ηχορύπανση. Από την άλλη, μπορεί, τα άτομα που έχουν προδιάθεση εκδήλωσης ψυχικής νόσου, να είναι πιο πιθανό να μετακομίσουν σε κάποιο αστικό κέντρο. Δυο μελέτες που δημοσιεύθηκαν τον Μάιο του 2016, ρίχνουν φως στις συνέπειες αυτού του προβλήματος και προτείνουν ότι και τα δύο αυτά σενάρια μπορεί να εμπλέκονται.
Μεγαλώνοντας στη ζούγκλα των αστικών κέντρων…
Παρόλο που η πλειοψηφία των ερευνών εστιάζεται σε ενήλικες, οι μελέτες προτείνουν ότι η έκθεση σε αστικό περιβάλλον από μικρή ηλικία (δηλαδή κάποιος που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει σε πόλη), είναι αυτό που παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο. Ρίχνοντας μια πιο προσεκτική ματιά σ’αυτό το κρίσιμο ηλικιακό στάδιο, μια ομάδα ερευνητών που ηγείται από την Χέλεν Φίσερ (Helen Fisher), η οποία είναι ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο King’s College London και την Κάντης Ότζερς (Candice Odgers), η οποία είναι ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο Duke University διεξήγαγαν μια επιμήκη έρευνα, συμπεριλαμβάνοντας 2,232 δίδυμα αδέρφια στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ερωτηματολόγιο σχετικά με τη περιοχή όπου κατοικούσαν τα δίδυμα ώστε να ενημερωθούν αν κατοικούσαν σε αστικό ή επαρχιακό περιβάλλον όταν βρίσκονταν σε ηλικία 5 και 12 ετών. (Περίπου το μισό ποσοστό των παιδιών έζησαν σε πόλη και στις δυο ως άνω ηλικιακές φάσεις της ζωής τους.) Για την περαιτέρω εξέταση των χαρακτηριστικών αυτών των περιοχών, χρησιμοποίησαν δημογραφικά δεδομένα, πήραν συνέντευξη από τις μητέρες και διένειμαν ερωτηματολόγια στους γείτονες. Τελικώς, μέτρησαν τα συμπτώματα ψύχωσης μέσω της διεξαγωγής ‘εις βάθος’ συνεντεύξεων με τα παιδιά ηλικίας 12 ετών, προκειμένου να ξεκαθαρίσουν αν τα παιδιά είχαν βιώσει παραισθήσεις ή ψευδαισθήσεις.
Η έρευνά τους αποκάλυψε ότι μεγαλώνοντας στην πόλη διπλασιάζεται η πιθανότητα εκδήλωσης συμπτωμάτων ψύχωσης σε ηλικία 12 ετών και οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου που συμβάλλουν σε αυτό είναι η έκθεση στην εγκληματικότητα και η ελάχιστη κοινωνική αλληλεγγύη (όπως έλλειψη επαφής και υποστήριξη μεταξύ των γειτόνων). Παρόλο που τα περισσότερα παιδιά με συμπτώματα ψύχωσης δεν θα εκδηλώσουν σχιζοφρένια κατά την ενηλικίωσή τους, η Φϊσερ επισημαίνει ότι “Σε κάποιες άλλες μελέτες, όπου ακολουθήσαμε τα άτομα στην μετέπειτα ζωή τους, υποδείξαμε ότι κάποια από τα συμπτώματα ψύχωσης, στην πραγματικότητα σχετίζονται και με πολλά άλλα προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη – διαταραχή μετετραυματικού στρες και χρήση ουσιών. Επομένως, οι προαναφερθέντες παράγοντες αποτελούν μια πιο ευρεία ένδειξη για τη νόσο αυτή.”
“Η παρούσα μελέτη συμβάλλει στις δικές μας πειραματικές ενδείξεις που μας έχουν οδηγήσει στο να πιστέψουμε το ενδεχόμενο ότι η αστική ζωή επιδρά σε κύκλωμα του εγκεφάλου το οποίο διαταράσσει την ικανότητα των ατόμων να διαχειριστούν το κοινωνικό στρές” λέει ο Αντρέας Μέγιερ-Λίντενμπεργκ (Andreas Meyer-Lindenberg), διευθυντής του Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία (University of Heidelberg’s Central Institute for Mental Health). Η ομάδα του Μέγιερ-Λίντενμπεργκ (Meyer-Lindenberg) σε προηγούμενες μελέτες ανακάλυψε ότι τα άτομα που κατοικούσαν ή μεγάλωσαν σε πόλεις υπέδειξαν υψηλή ενεργοποίηση της αμυγδαλής και του φλοιού του προσαγωγίου (περιοχές του εγκεφάλου που επεξεργάζονται και ρυθμίζουν τα συναισθήματα) συγκριτικά με άτομα που κατοικούσαν σε επαρχιακές περιοχές. Προσφάτως, ανακάλυψαν ότι η μετανάστευση αποτελεί έναν άλλον επιβεβαιωμένο παράγοντα υψηλού κινδύνου για την εκδήλωση σχιζοφρένειας, ο οποίος οδηγεί σε παρόμοιες μεταβολές στη λειτουργία του εγκεφάλου.
Ποιοί κατοικούν στις πόλεις;
Οι επιδημιολογικές μελέτες έχουν προσκομίσει ισχυρές ενδείξεις ότι η ενηλικίωση ενός ατόμου σε αστικό περιβάλλον μπορεί να συμβάλλει στην κακή ψυχική υγεία. Επιπλέον, η σχιζοφρένεια είναι σε μεγάλο βαθμό κληρονομήσιμη, γεγονός που σημαίνει ότι γενετικοί παράγοντες επίσης συμβάλλουν στην εκδήλωσή της. Είναι πολύ πιθανή η ύπαρξη της κοινωνικής μετακύλισης, όπου άτομα με ψυχική νόσο τείνουν να μετακινούνται προς τις πιο υποανάπτυκτες και φτωχικές συνοικίες της πόλης. Σε μια πρόσφατη μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε (2016) στο περιοδικό Translational Psychiatry, μια ομάδα από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (University of Oxford) μελέτησε τις γενετικές και περιβαλλοντικές επιρροές σε τρεις διαφορετικές ομάδες ατόμων στη Σουηδία, συμπεριλαμβάνοντας 2.386.008 αδέρφια, 1.355 δίδυμα αδέρφια και μοριακό γενετικό υλικό που συλλέχθηκε από δείγματα αίματος από άλλη ομάδα διδύμων. Η έρευνά τους αποκάλυψε ότι η συσχέτιση της σχιζοφρένειας με τις πιθανότητες κατοίκησης σε υποανάπτυκτη περιοχή σε μετέπειτα στάδια της ζωής, επηρεάζεται από γενετικούς παράγοντες.
Κατά τους ερευνητές η γενετική αποτελεί πιο πειστική εξήγηση για την εκδήλωση των ψυχικών νοσημάτων από την αστική ζωή. “Το κύριο ζήτημα που εξετάζουμε εδώ είναι η ομάδα ατόμων που επιλέγουν να κατοικήσουν σε υποανάπτυκτες συνοικίες καθώς και τις αιτίες αυτή της επιλογής” λέει ο Αμίρ Σαριασλάν (Amir Sariaslan) μεταδιδακτορικός ερευνητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης (University of Oxford). “Δεν μπορείς να υποθέτεις ότι οι περιβαλλοντικοί παράγοντες αποτελούν αιτία ψυχικών νόσων, χωρίς να το εξετάσεις.”
Πιο συγκριμένα, θεωρεί ότι οι προγενέστερες μελέτες υπερεκτίμησαν τη σημασία της επιρροής των αστικών κέντρων στη σχιζοφρένεια. “Δεν έχω δει μελέτη που να έχει προσεγγίσει επαρκώς τη συσχέτιση των κληρονομήσιμων γονιδίων με την αστική ζωή και την έκθεση σε παρόμοιους περιβαλλοντiκούς παράγοντες και σε μεταγενέστερα αρνητικά αποτελέσματα”, λέει ο Σαριασλάν (Sariaslan). Πολλές επιδημιολογικές μελέτες εξετάζουν το οικογενειακό ρίσκο προσφεύγοντας σε εξηγήσεις προερχόμενες από το οικογενειακό ιστορικό. Ωστόσο, άλλη μελέτη που διεξάχθηκε από τον Σαριασλάν (Sariaslan) και την ομάδα του (δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Schizophrenia Bulletin) διαπίστωσαν ότι αυτό είχε λιγότερη επιρροή από τη σύγκριση ξαδερφιών και αδέρφια.
Παρόλο που αρκετοί ερευνητές δεν συμμερίζονται τα συμπεράσματα του Σαριασλάν (Sariaslan), οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν ότι δεν έχουν επιβεβαιωθεί οι παράγοντες που σχετίζονται με την αστική ζωή και το κατά πόσο αποτελούν υψηλό κίνδυνο εκδήλωσης ψύχωσης.” Κατά τη γνώμη μου, αυτή η μελέτη δεν συγκρίνεται με τα ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία που υποδεικνύουν την επιρροή των περιβαλλοντικών παραγόντων της αστικής ζωής στις ψυχικές παθήσεις” λέει ο Μέγιερ-Λίντενμπεργκ (Meyer-Lindenberg). Ένας από τους προβληματισμούς του για την παρούσα μελέτη είναι το γεγονός ότι επικεντρώθηκε στην κατοικία των συμμετεχόντων κατά την ενήλικη ζωή, τη στιγμή που υπάρχουν πολλές πιθανότητες η επίδραση του αστικού περιβάλλοντος να έχει πραγματοποιηθεί κατά τη γέννηση ή κατά την πρώτη φάση της παιδικής ηλικίας. Πράγματι, άλλη μια πρόσφατη μελέτη παρουσίασε ενδείξεις κοινωνικής μετακύλισης και συμπέρανε ότι αυτό δεν επαρκεί για να εξηγήσει τον κίνδυνο της αστικής ζωής στη ψυχική υγεία και επισήμανε τη αναγκαιότητα να ληφθεί υπόψη το κατά πόσο μια μελέτη εξετάζει τον κίνδυνο πριν ή μετά την εκδήλωση της ασθένειας.
Οι επιστήμονες πιθανόν να χρειαστούν να συνδυάσουν τους κληρονομικούς και περιβαλλοντολογικούς παράγοντες για την κατανόηση του αντίκτυπου της αστικής ζωής στην ψυχική υγεία.” Είτε υπερισχύουν οι γενετικοί παράγοντες έναντι των περιβαλλοντικών παραγόντων, είτε το αντίστροφο, αυτό αποτελεί μια σημαντική ελλειμματική προσέγγιση στην επιστήμη καθώς αγνοεί ότι και οι δύο παράγοντες σχετίζονται με την εκδήλωση της ψύχωσης,” λέει ο Τζέιμς Κίρκμπράιντ (James Kirkbride), ψυχιατρικός επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο University College London, ο οποίος δεν έλαβε μέρος στις νέες μελέτες. “Κανένας δεν αρνείται την ύπαρξη γενετικών παραγόντων ως παράγοντα ύψιστου κινδύνου για την εκδήλωση αυτής της νόσου, ωστόσο την παρούσα περίοδο μόνο η επίδραση του περιβάλλοντος μπορεί να συμβάλλει στη βελτίωση για την πρόληψη της νόσου.” Κατά τον Κίρκμπράιντ (Kirkbride) η επιστήμη επισημαίνει ότι οι προσπάθειες μείωσης του αρνητικού αντίκτυπου της αστικής ζωής πρέπει να επικεντρώνονται σε υποανάπτυκτες συνοικίες όπου ο φαύλος κύκλος των ψυχικών νοσημάτων μπορεί να διαιωνίζεται από γενιά σε γενιά.
Μετάφραση: Εμμανουέλα Σκαλίδη – Καθηγήτρια Αγγλικής Γλώσσας
Επιμέλεια: Πόπη Μάλεση – B.A, M.A Psychology
Πηγη: http://www.scientificamerican.com/article/does-city-life-pose-a-risk-to-mental-health/