Η διαγνωστική επισκίαση συμβαίνει όταν τα συμπτώματα ενός ατόμου αποδίδονται λανθασμένα σε μια προϋπάρχουσα διάγνωση, εμποδίζοντας την αναγνώριση συνυπαρχουσών καταστάσεων ή μια ακριβή πρωτογενή διάγνωση.
Σε περιβάλλοντα ψυχικής υγείας, αυτό συχνά σημαίνει ότι τα αυτιστικά χαρακτηριστικά – όπως οι δυσκολίες με τη συναισθηματική ρύθμιση, οι αισθητηριακές ευαισθησίες ή οι κοινωνικές προκλήσεις – παρερμηνεύονται ως συμπτώματα καταστάσεων όπως η οριακή διαταραχή προσωπικότητας, το άγχος ή η κατάθλιψη, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή.
Ως αποτέλεσμα, τα άτομα μπορεί να λάβουν θεραπείες που δεν ευθυγραμμίζονται με τις πραγματικές τους ανάγκες, οδηγώντας σε απογοήτευση, αγωνία και παρατεταμένους αγώνες με την ψυχική τους υγεία. Αυτό το φαινόμενο υπογραμμίζει τους κινδύνους της εξάρτησης από άκαμπτες διαγνωστικές κατηγορίες, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το πλήρες πλαίσιο των εμπειριών ενός ατόμου.