Ο ρόλος του κινήτρου για παιχνίδι κατά την φυσικοθεραπεία, σε βρέφη και παιδιά πολύ μικρής ηλικίας.
Η δουλειά ενός παιδιού είναι… το παιχνίδι, που όπως oρίζεται από την ΑΟΤΑ (Αμερικάνικη Ένωση Εργοθεραπευτών), είναι κάθε αυθόρμητη ή οργανωμένη δραστηριότητα που παρέχει απόλαυση, ευχαρίστηση, διασκέδαση ή αντιπερισπασμό (Parham and Fazio 2008)_ Αυτό αντικατοπτρίζει και τη γνώμη της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Παιδιού (United Nations High Commission for the Human Rights of a Child).
της Έφης Δημουλά – Φυσικοθεραπεύτρια
Οι πρωταρχικοί στόχοι της παιδικής ηλικίας είναι να μεγαλώνεις, να μαθαίνεις και να παίζεις και όλα αυτά είναι βαθιά αλληλένδετα μεταξύ τους. Το παιχνίδι έχει αντίκτυπο σε όλους τους τομείς της ανάπτυξης ακόμα και από την αρχή της ζωής ενός βρέφους:
- Προωθεί τον κινητικό συντονισμό
- τις γνωστικές μεθόδους
- την συναισθηματική ωριμότητα
- τις κοινωνικές δεξιότητες (για την μελλοντικές αλληλεπιδράσεις με άλλους ανθρώπους)
- και την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται ένα άτομο για να δοκιμάζει καινούργιες δραστηριότητες και να εξερευνά νέα περιβάλλοντα.
Επίσης, το παιχνίδι προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία στους γονείς να έρθουν σε επαφή με το βρέφος τους και να θέσουν τις βάσεις για την μελλοντική τους σχέση. Οι αλληλεπιδράσεις που συμβαίνουν, κατά την διάρκειά του, δείχνουν στα παιδιά ότι οι γονείς τους νοιάζονται, δίνοντάς τους πλήρη προσοχή και μια αίσθηση ασφάλειας που βοηθά στο να χτιστούν γερές μελλοντικές σχέσεις. Ένα εμπλουτισμένο με παιχνίδια σπιτικό περιβάλλον και η ποιότητα της αλληλεπίδρασης γονιού-βρέφους, έχει δείξει ότι μπορεί να βοηθήσει το αναπτυσσόμενο βρέφος, ιδιαίτερα στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του (Morgan 2016, Wang 2011).
Οι θεραπευτές μπορούν να χρησιμοποιήσουν το παιχνίδι (ως δράση) και τα παιχνίδια (ως αντικείμενα), σαν εργαλεία, για να επηρεάσουν την θεραπευτική συνεδρία ενός παιδιού. Οι παιδιατρικοί φυσικοθεραπευτές βοηθούν τους γονείς να κατανοήσουν τα κινητικά ελλείμματα του παιδιού τους και στη συνέχεια το παιδί, για να αναπτύξει κινητικές δεξιότητες στο μέγιστο των δυνατοτήτων του_ με σκοπό τη συμμετοχή του σε δραστηριότητες της στενής και ευρύτερης οικογένειάς του.
Συνεπώς, τόσο η ενθάρρυνση όσο και η εκπαίδευση των γονιών να αλληλεπιδρούν και να παίζουν με το κινητικά αδύναμο παιδί τους πρέπει να είναι προτεραιότητα για κάθε φυσικοθεραπευτική παρέμβαση (Chiarello 2006).
Αλλά πώς μπορεί το παιχνίδι να προωθήσει την ανάπτυξη και την ίδια στιγμή να διευκολύνει τους θεραπευτές για πιο επιτυχημένες συνεδρίες, με τους πολύ μικρούς και νεαρούς ασθενείς τους;
Παιχνίδι _ Κίνητρο_ Παιδί
Το παιχνίδι και η διασκέδαση προκαλούν μια αίσθηση ευημερίας η οποία διεγείρει τον εγκέφαλο ώστε να δημιουργεί περαιτέρω περιέργεια, συγκέντρωση και επιμονή στην εκάστοτε “εργασία”. Αυτό είναι που οδηγεί στο Ενδογενές Κίνητρο, μια ιδιότητα που εισάγει νόημα και αξία στις δράσεις του ατόμου (Thelen 1994). Το κίνητρο ορίζεται ως μια ενδογενής ψυχολογική ορμή η οποία καθοδηγεί την επιμονή κάποιου, όταν εμπλέκεται σε απαιτητικές δραστηριότητες ή “εργασίες” όπως η περιέργεια για την εξερεύνηση ενός περιβάλλοντος ή η επιμονή να φτάσει ένα “απομακρυσμένο παιχνίδι” (Charles 2014, Morgan 1990).
Το κίνητρο θεωρείται ένα γνώρισμα της προσωπικότητας, ανεξάρτητο από την σωματική δυσκολία όπως π.χ. σε μια διάγνωση εγκεφαλικής παράλυσης. Το κίνητρο προκαλεί διέγερση και προσοχή τα οποία οδηγούν σε υψηλότερου επιπέδου συμμετοχή και δέσμευση. Αυτή είναι η ιδανική στιγμή για βέλτιστη εκμάθηση και αυτή που πρέπει να εκμεταλλεύονται οι φυσικοθεραπευτές για την ανάπτυξη κινητικών δεξιοτήτων. Το κίνητρο και η προσοχή στη “εργασία” θεωρούνται καθοριστικοί παράγοντες για την επίτευξη λειτουργικής νευροπλαστικότητας (Tatla 2013, Cramer 2011).
Η νευροπλαστικότητα είναι παρούσα σε όλη την διάρκεια της ζωής αλλά είναι κρίσιμη στα δύο πρώτα χρόνια αυτής.
Το περιβάλλον θεραπευτικής παρέμβασης πρέπει να είναι με τέτοιον τρόπο δομημένο ώστε να στηρίζει και να λαμβάνει υπ’όψιν του το ενδογενές κίνητρο των παιδιών. Το κίνητρο επηρεάζει την εκκίνηση της “εργασίας”, την διατήρηση της συγκέντρωσης και την επιμονή για να φέρει σε πέρας την εκτέλεση και το κλείσιμο της εργασίας. Επίσης είναι ένας από τους διάφορους, κρίσιμους παράγοντες που πρέπει να συνυπάρχουν για να εμφανιστεί μια νέα κινητική συμπεριφορά (Thelen 2005). Οι θεραπευτές μπορούν να χειριστούν τον παράγοντα του κινήτρου μέσα από επιθυμητές (για το παιδί) δραστηριότητες παιχνιδιού, για να του προκαλέσουν περιέργεια ή αυξημένη συγκέντρωση προς την κατάκτηση μιας νέας κινητικής συμπεριφοράς.
Το περιβάλλον της θεραπείας, είτε στο σπίτι είτε στην κλινική, μπορεί να γίνει ένας δομημένος χώρος παιχνιδιού. Μια αποτελεσματική και παράλληλα διασκεδαστική θεραπευτική συνεδρία είναι συχνά ένας συνδυασμός και η χρυσή τομή μεταξύ του πλάνου του φυσικοθεραπευτή (θεραπευτικοί στόχοι) και του ενδιαφέροντος του παιδιού, στο τι θέλει να κάνει (το σχέδιο του παιδιού). Τα ευεργετικά αποτελέσματα εξαρτώνται από την επιτυχία των θεραπευτών να τιθασεύουν και να χειραγωγούν το ενδογενές κίνητρο για να προκαλέσουν αλλαγές στον παιδιατρικό ασθενή τους(Van de Broek 2005).
Μία πολύ σημαντική έρευνα του 2013 αποκαλύπτει ότι το ενδογενές κίνητρο (που υπάρχει ήδη σε ένα μωρό) και το σύνολο των κινητικών δεξιοτήτων που θα κατακτήσει, συσχετίζονται θετικά.
Η εμφάνιση κινητικών ορόσημων όπως:
κάθισμα, τράβηγμα-στην-όρθια στάση, μπουσούλιμα και πλάγια βήματα μελετήθηκαν σε 27 βρέφη (μεταξύ επτά και δώδεκα μηνών), σε διάστημα τριών εβδομάδων και συσχετίστηκαν με το επίπεδο του κινήτρου τους, δηλαδή την επιμονή τους να “δουλεύουν” – παίζουν και την επιλογή της δραστηριότητάς τους. Σ’αυτήν την έρευνα (Atun-Einy, 2013), τα βρέφη με έντονο κίνητρο είχαν εμφανίσει νωρίτερα τις τέσσερεις κινητικές δεξιότητες.
Επίσης, σε δύο πολύ ενδιαφέρουσες έρευνες, γονείς και θεραπευτές αξιολογούν το ενδογενές κίνητρο ως αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία από όλα τα χαρακτηριστικά του προσωπικού χαρακτήρα ενός παιδιού με εγκεφαλική παράλυση και αυτό το οποίο μπορεί να καθορίσει τη λειτουργική και κινητική βελτίωση και ανάπτυξή του (Bartlett 2002, Law 1998).
Γράφει: η Έφη Δημουλά – Φυσικοθεραπεύτρια
Επιμέλεια: Πόπη Μάλεση – B.A, M.A Psychology