Την πρώτη φορά που κλήθηκα να διδάξω θεατρικό παιχνίδι, ήταν από έναν τοπικό σύλλογο. Θα αναλάμβανα ένα τμήμα ενηλίκων. Παιδί ακόμα, μόλις είχα αποφοιτήσει από το τμήμα θεατρικών σπουδών του πανεπιστημίου Αθηνών και μια δραματική σχολή, αναγνωρισμένη από το κράτος και το υπουργείο πολιτισμού. Παρότι οι γνώσεις και οι πληροφορίες ήταν ακόμα πολύ πρόσφατες μέσα μου, κατέβασα όλα τα βιβλία που πίστευα ότι θα μπορούσαν να με βοηθήσουν και άρχισα να κρατάω σημειώσεις, με μανία.
της Γιώτας Ευσταθίου – Θεατρολόγος – Ηθοποιός
Πρέπει να συμπλήρωσα τουλάχιστον πέντε κόλλες Α4!!! Φόρεσα τα πιο σοβαρά ρούχα που είχα στην ντουλάπα μου και με αρκετό άγχος, έφτασα έξω από την πόρτα του συλλόγου. Ούτε που κατάλαβα πως έφτασα μέχρι εκεί. Στον δρόμο, όση ώρα περπατούσα με σχεδόν κατεβασμένο το κεφάλι, έκανα επανάληψη τα παιχνίδια που θα πρότεινα. Αν κάποιος με έβλεπε, σίγουρα θα πίστευε πως κάποιο πολύ σοβαρό περιστατικό μου είχε συμβεί. Έξω από την αίθουσα διδασκαλίας κοντοστάθηκα, έκανα το σταυρό μου και γεμάτη αποφασιστικότητα, προχώρησα.
Με το δεξί!!! Φώναζε μια φωνή μέσα μου. Αχ! Μόνο εσύ μου λείπεις, σκέφτηκα. Άσε με κάτω! Αν δω τα σκούρα θα φύγω τρέχοντας, είπα στο ένστικτο μου που με προδιέθετε ότι όλα θα πάνε καλά. Τριάντα ζευγάρια μάτια με κοιτούσαν και κυριολεκτικά ένοιωθα ότι κρέμονταν από τα χείλη μου. Τους έβαλα να καθίσουν σε κύκλο, σε καρέκλες, διότι όταν ζήτησα να καθίσουν οκλαδόν οι περισσότεροι από τους μισούς, μου είπαν ότι ήταν αδύνατο λόγω των ταλαιπωρημένων από την ηλικία γονάτων τους. Κανείς ποτέ στη σχολή δεν είχε αναφέρει κάτι τέτοιο! Βέβαια πάντα έλεγαν πως η πραγματική μάθηση βρίσκεται στην πράξη. Άρχισα με ένα παιχνίδι γνωριμίας. Ένα αντιστρές μπαλάκι έκανε βόλτα από χέρι σε χέρι, όσο έπαιζε μια χαλαρωτική μουσική. Όταν σταματούσε η μουσική, σε όποιο χέρι έμενε το μπαλάκι, εκείνο το άτομο θα μας έλεγε το όνομα του και λίγα λόγια για τον εαυτό του. Αυτό ήταν το πρώτο παιχνίδι. Παιχνίδι γνωριμίας.
Το πρώτο σοκ δεν άργησε να έρθει, όταν μετά από αυτή την άσκηση άρχισα να ρωτάω για ποιο λόγο ήρθε ο κάθε ένας από τους μελλοντικούς μαθητές μου στο μάθημα μου. Αυτά που άκουσα με ξεπερνούσαν. “Δεν ήρθα για συγκεκριμένο λόγο απλά για να δω τι παίζει”, “Δε ξέρω αν θα συνεχίσω, ήρθα για να δω τι θα κάνουμε και αν μου αρέσει θα συνεχίσω”. “Από καθαρή περιέργεια”. “Δεν είχα κάτι αυτή την ώρα”. Μα καλά έλεγα μέσα μου, τι γίνεται; Μάλλον είχε έρθει η ώρα να φύγω τρέχοντας! Στα ‘λεγα εγώ, μουρμούρησα και σκέφτηκα το ένστικτο μου που όλα τα ξέρει. Ώσπου ξαφνικά άκουσα το σωτήριο… “Εγώ ήρθα γιατί μου αρέσει το θέατρο και θα ήθελα να δοκιμάσω” και άλλος είπε κάτι παρόμοιο και άλλος και άλλος. Αισθάνθηκα πολύ καλύτερα, κοίταξα το ρολόι μου και είχαν απομείνει λίγα λεπτά για τη λήξη του πρώτου αυτού μαθήματος. “Δε προλάβαμε να κάνουμε όσα θα ήθελα”, είπα “παρόλα αυτά χαίρομαι που θα σας δω την επόμενη εβδομάδα”.
Ένιωθα αρκετά ανακουφισμένη ώσπου μια μαθήτρια μου με ρώτησε με μεγάλο ενδιαφέρον “εσάς τι σας έκανε να ασχοληθείτε με το θέατρο;” .Τι να έλεγα; Ότι από μικρή ήθελα να γίνω ηθοποιός; Αφού δεν ήθελα. Ήθελα όταν μεγαλώσω να γίνω οδοντίατρος ή αστυνομικός ή ταβερνιάρισσα! Πως αλλάζουν τα πράγματα και πόσες σκέψεις μπορούν να περάσουν από το μυαλό ενός ανθρώπου σε κλάσματα δευτερολέπτου. Τότε πήρα και την πιο σωστή απόφαση, δε χρειαζόταν να πω κάτι για να εντυπωσιάσω. Χρειαζόταν να κάνω, αυτό που έκανα πάντα: να πω απλά την αλήθεια . “Έγινα θεατρολόγος, παρότι δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή, διότι πέρασα στη θεατρολογία από τις πανελλαδικές εξετάσεις. Μου φαινόταν μια σχολή με ενδιαφέρον οπότε είπα να την παρακολουθήσω .Θεώρησα καρμική την εισαγωγή μου σε αυτή τη σχολή γιατί όλοι όσοι με γνώριζαν με αποκαλούσαν Αλίκη, επειδή έβλεπαν σε εμένα ένα ιδιαίτερο υποκριτικό ταλέντο που εγώ η ίδια δε μπορούσα να διακρίνω. Έτσι πήρα και την απόφαση να γίνω και ηθοποιός”. “Και το θεατρικό παιχνίδι που θα μας κάνεις εδώ σε τι σε βοήθησε;” ρώτησε στη συνέχεια η ίδια κοπέλα.”Με βοήθησε σε αυτό που βοηθά όλους εμάς τους ηθοποιούς: να ανοίξει ο λόγος μου, να αποκτήσω καλύτερο έλεγχο στο σώμα μου, να καταλάβω πώς αυτό τοποθετείται καλύτερα στο χώρο, να αποκτήσω ελαστικότητα στις κινήσεις μου, να εξελιχθώ κινησιολογικά, να μπορώ να δεθώ και να εμπιστευτώ τους συμπαίκτες μου, να νιώσω και πάλι μέλος μιας πιο μικρής κοινωνίας, να καταφέρω με μεγαλύτερη ευκολία από ότι ήδη είχα να εξωτερικεύω τα συναισθήματα μου, να ελέγχω τις εκφράσεις του προσώπου μου, να μεταβώ σε άλλες εποχές σε άλλες συνθήκες σε άλλα πρόσωπα, άλλα πλάσματα.
Γιατί όπως έχει πει και ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο: “Ένα από τα ωραία με την ηθοποιία είναι ότι σου επιτρέπει να ζεις ζωές άλλων ανθρώπων χωρίς να χρειάζεται να πληρώσεις το τίμημα”. Όλο αυτό είχε εφαρμογή και στην προσωπική μου ζωή και με βοηθά να αντιμετωπίσω πολλά προσωπικά μου θέματα'”.
Τα είπα όλα; Έ! σίγουρα θα ξέχασα μερικά, αλλά τι να γίνει; σκέφτηκα. Ουφ, πάει και αυτό! ώσπου τσακ, να και η επόμενη ερώτηση. «Βαλτή είναι», μονολόγησα. “Τι εννοείς όταν λες σε βοήθησαν στην προσωπική σου ζωή; Δώσε μας ένα παράδειγμα”. “Ναι, ίσως δεν ήμουν αρκετά σαφής, νομίζω ως προς τα θέματα φωνής και σώματος τα καταλαβαίνετε, μην τα αναλύω. Θα σας πω για παράδειγμα πως άρχισα μέσα από ασκήσεις εμπιστοσύνης του θεατρικού παιχνιδιού να δένομαι και να εμπιστεύομαι όχι μόνο τους συμπαίκτες μου αλλά και τον κόσμο που συναντούσα στη ζωή μου. Άρχισα να μη ψάχνω για ύποπτους εκεί που δεν υπήρχαν, μέχρι κάποιος να μου δώσει μια αφορμή για το αντίθετο. Όταν στη σχολή έπρεπε να εμπιστευτείς σε άσκηση, με κλειστά τα μάτια και τα αυτιά, ανθρώπους να σε κατευθύνουν σε μια αίθουσα γεμάτη εμπόδια, μετά νιώθεις πως το ίδιο μπορείς να το κάνεις και στη ζωή σου.
Άλλο παράδειγμα, για να γίνω ακόμα πιο κατανοητή, υπάρχουν άνθρωποι που φοβούνται να εκφραστούν, να κλάψουν, να γελάσουν, γιατί έτσι μεγάλωσαν. Γιατί “οι άντρες δεν κλαίνε”, τους έλεγαν οι γονείς και οι παππούδες τους. “Ούτε οι κυρίες κλαίνε”, και έτσι για να είναι αρεστοί και να είναι άντρες τα αγόρια και κυρίες τα κοριτσάκια έπρεπε να πνίξουν μέσα τους βαθιά ένα από τα πιο λυτρωτικά συναισθήματα, αυτό της στεναχώριας που έχει συνήθως κύρια έκφραση του το κλάμα, το δάκρυ. Έτσι λοιπόν, αν και εγώ δεν ανήκω σε αυτή την ομάδα ανθρώπων, πολλοί συμφοιτητές μου κατάφεραν αυτό που έμοιαζε ακατόρθωτο τόσο στο θέατρο όσο και στη ζωή τους, μέσα από συγκεκριμένες ασκήσεις θεατρικού παιχνιδιού, να στεναχωρηθούν και να αφεθούν να κλάψουν. Και εγώ βέβαια κατάφερα να εξωτερικεύσω άλλα συναισθήματα που δεν είχα βιώσει μέχρι τότε, όπως το συναίσθημα του μίσους, μέσα από ένα μου ρόλο”.
Εκείνη τη στιγμή μας διέκοψε η πρόεδρος του συλλόγου. Το μάθημα είχε τελειώσει από ώρα και έπρεπε ο σύλλογος να κλείσει. Δώσαμε ραντεβού την ίδια μέρα και ώρα σε μια εβδομάδα. Τότε ήταν που θα αρχίζαμε το παιχνίδι μας. “Μην ξεχάσετε αθλητικά και άνετα ρούχα όπως επίσης και κάλτσες”. Γέλασαν, τους φάνηκε περίεργο.
Μόλις βγήκα έξω από το σύλλογο και ενώ όλοι έφευγαν, η κοπέλα με τις ερωτήσεις με πλησίασε και από απόσταση μου είπε “ήρθα στο μάθημα να δω τι παίζει, στο είπα και πριν. Αντιμετωπίζω κάποια ψυχολογικά προβλήματα και μου είπαν πως το θέατρο είναι ψυχοθεραπεία. Θα ήθελα να δοκιμάσω“. “Δεν έχεις παρά να το κάνεις, της είπα, θα σε δω την άλλη βδομάδα”. Καληνύχτισα και έφυγα. Στο δρόμο προς το σπίτι μου ήμουν πιο προβληματισμένη από όταν πήγαινα. «ψυχοθεραπεία» μονολόγησα «λες;». Τις σκέψεις μου διέκοψε ένας γείτονας “Ε! Γιώτα, και πριν που κάπου πήγαινες σκεφτική ήσουν και τώρα το ίδιο, τι συμβαίνει; Τουλάχιστον πριν μου είπες και ένα γειά, τώρα τόση ώρα σου φωνάζω και εσύ τίποτα”. “Καληνύχτα κ. Μπάμπη”, του είπα, “κάτι σκεφτόμουν, με συγχωρείτε δε σας πρόσεξα”. “Μου φαίνεται είναι ώρα να αρχίσω το θεατρικό παιχνίδι, γιατί δε με βλέπω καλά” είπα στον εαυτό μου. “Ευτυχώς έχω τους μαθητές μου‘”.
“Καληνύχτα, θα σας δω την άλλη εβδομάδα συμπαίκτες μου! Καλή μας αρχή” μονολόγησα καθώς με έπαιρνε σιγά σιγά ο ύπνος.
Γράφει: η Γιώτα Ευσταθίου – Θεατρολόγος – Ηθοποιός
Επιμέλεια: Πόπη Μάλεση – B.A, M.A Psychology